Πηγή: Λογισμικό "Σήμερα"

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΟΥ ΝΑΟΥ

Η φωτογραφία μου
Δέν έχουμε γραφτή μαρτυρία ούτε κτιτορική επιγραφή μέ τό έτος Ίδρυσης του Ι.Ναού τής Παναγίας. Ό Λαμπρυνίδης (Ή Ναυπλία, ό.π.. ο. 129) υποθέτει ότι πρέπει νά είναι ό πρωτεύων ορθόδοξος ναός του Ναυπλίου (επειδή ό "Αγιος Γεώργιος άνηκε στους καθολικούς) έπί' Ενετοκρατίας. Ή Παναγία έχει σχήμα βασιλικής χωρίς τρούλο. Ό νάρθηκας της πρέπει νά έγινε μετά τήν Απε¬λευθέρωση, όπως καί τό τριώροφο καμπαναριό της στη ΝΔ του πλευρά. 'Από τόν Γερμανό περιηγητή Ρ,βίηποΙά Ιυόβηβυ, αναφέρεται τό 1588 - στην περιγραφή του γιά τό Ναύπλιο - μιά άλλη Παναγία έξω άπό τά τείχη τής πολιτείας πού τήν κατέχουν" Ελληνες μοναχοί. Καθώς καί άλλη έκκλησούλα αφιερωμένη κι αυτή στή Θεοτόκο, επειδή βρίσκεται κοντά σέ σπηλιά. στά δυτικά βράχια τοϋ Ρωμαίικου κάστρου (Ακροναυπλία). ' Η δεύτερη αυτή είναι ή αγαπημένη τών κατοίκων τοΰ Ναυπλίου, ή «Παναγίτσα»: πανέμορφο προσκυνητάρι τους στό «Γύρο τής "Αρβανιτιάς», τόν πιό ρομαντικό περίπατο τ" Άνα-πλιού. Καί ποτέ δέν μπερδεύουν τήν «Παναγίτσα» τοϋ βράχου μέ τήν «Παναγία» τής πόλης τ' Άναπλιοΰ, αφιερωμένη στή Γέννηση τής Θεοτόκου. "Ως σήμερα φροντισμένη μέ αγάπη ή Παναγία, αντιπροσωπεύει ένα άπό τά πιό ώραϊα ιστορικά καί εκκλησιαστικά μνημεία τής πολιτείας.

ΤΑ ΔΕΝΤΡΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ-Ο ’Αγιος Ιωάννης ο Ελεήμων-Ο ΟΣΙΟΣ ΣΙΜΩΝ Ο ΔΙΟΡΑΤΙΚΟΣ

ΤΑ ΔΕΝΤΡΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ
Μια ενδιαφέρουσα αναφορά για τη Μονή της Παναγίας της Σαλαμιώτισσας υπάρχει στο βιβλίο HISTORIC CYPRUS του RUPERT GUNNIS, ο οποίος φαίνεται ότι είχε επισκεφθεί τη Μονή αρχές του 20ού αιώνα. Αφού κάνει μια μικρή αναφορά όσον αφορά στην τοποθεσία και στην εσωτερική κατάσταση του Ναού μάς διασώζει το πιο κάτω περιστατικό.
Γύρω στη Μονή υπήρχε αριθμός μεγαλόπρεπων δρυών, οι οποίοι ήταν ιερά δέντρα αφιερωμένα στην Παναγία και τα οποία δεν επιτρεπόταν να κόβονται.
Δέκα περίπου χρόνια προηγουμένως, δηλαδή γύρω στο 1920, ένας κάτοικος του χωριού ήταν αποφασισμένος να κόψει ένα απ’ αυτά. Η Παναγία τού παρουσιάστηκε τρεις φορές στον ύπνο του, προειδοποιώντας τον να μην προχωρήσει σε υλοποίηση της απόφασής του. Δυστυχώς ο άνθρωπος αυτός σκληρύνοντας την καρδία του, ένα πρωί μαζί με τους δύο γιους του έκοψαν έναν από τους μεγαλύτερους δρυς.
’Οχι πολύ πριν το βράδυ μαζί με τους γιους του φόρτωσαν τα ζώα τους με ξύλα και ξεκίνησαν να επιστρέψουν στο χωριό. ’Εκαναν μόνο μερικά βήματα, όταν δύο οχιές εμφανίστηκαν ξαφνικά μέσα από τα χόρτα και επιτέθηκαν στο μεγάλο γιο με αποτέλεσμα να πεθάνει το ίδιο βράδυ. Μέσα στον ίδιο χρόνο πέθανε και ο άλλο γιος του, από μια μυστήρια και καταθλιπτική ασθένεια.
Κάτωθεν του Ναού, σημειώνει επίσης, υπάρχει ένα χωράφι γόνιμο έδαφος όπως είναι και το υπόλοιπο έδαφος που το περιβάλλει, αλλά τα αμπέλια δεν μεγαλώνουν σ’αυτό παρά τις προσπάθειες των χωρικών. Το παράξενο αυτό φαινόμενο είναι θέμα πολλών συζητήσεων στο χωριό.
* * *
Ο ’Αγιος Ιωάννης ο Ελεήμων, Πατριάρχης Αλεξανδρείας, για να μην φουσκώσει ποτέ από την υπερηφάνεια και ξεχάσει ότι είναι κοινός θνητός, ζήτησε από τους υποτακτικούς του να του φτιάξουν τον τάφο του και να τον αφήσουν μισοτελειωμένο. Μετά τους παρεκάλεσε, κάθε φορά που θα γινόταν μεγάλη γιορτή, να έρχονται μέσα στην επίσημη αίθουσα και μπροστά σε όλους του προσκεκλημένους να του λένε δυνατά : “Ο τάφος σου Δέσποτα είναι μισοτελειωμένος. Δώσε μας εντολή να τον αποτελειώσουμε γιατί είναι άγνωστη η ώρα του θανάτου σας”.
Ένα ανθρώπινο κρανίο ενός Ιερέως της ’Ισιδος απάντησε κάποτε προς τον Μέγα Μακάριο:
.. Κάθε φορά που νοιώθης συμπάθεια για τους κολασμένους και προσεύχεσαι γι’ αυτούς παίρνουν λίγη άνεσι. (βλέπει ο ένας τον άλλο, παίρνει μικρή παρηγοριά μέσα στη φωτιά που είναι…) Εμείς που δε γνωρίσαμε ποτέ τον αληθινό Θεό, βρίσκομε κάποιο έλεος. Εκείνοι όμως που Τον γνώρισαν, αλλά με τα έργα Τον αρνούνται, βασανίζονται ανελέητα.
Ο Άγιος ο Νικόλαος ο Πλανάς (†1932), ένας άγιος των ημερών μας, λειτουργούσε καθημερινά, χωρίς διακοπή, σε διάστημα μισού αιώνα. Στο διάστημα αυτό τύχαινε κάποτε να μην έχει πρόσφορο. Πάντοτε όμως εξοικονομούσε είτε από τους πιστούς είτε από τους γύρω φούρνους.
Κάποια μέρα είχε προχωρήσει ο όρθρος αρκετά, αλλά πρόσφορο δεν φαινόταν πουθενά. Έστειλε να ψάξουν στους φούρνους και στις νοικοκυρές που πάντα είχαν. Κοίταξε και στα ντουλάπια του ιερού, μήπως είχε αφήσει άλλος ιερέας. Μα κανένα αποτέλεσμα. Στενοχωρήθηκε μέχρι δακρύων.
Κάποια στιγμή τον βλέπουν να βγαίνει στην ωραία πύλη κρατώντας ένα πρόσφορο φρέσκο-φρέσκο. Το είχε βρει πάνω στην αγία τράπεζα! -Κοιτάξτε παιδιά μου, τι σημείο μου έκανε ο Θεός, είπε συγκινημένος και χαρούμενος. Όλα τα θαύματα, σημεία τα έλεγε. Τα θεωρούσε φυσικά, γιατί είχε μεγάλη πίστη. Στα συναξάρια συναντάμε ασκητές που τους υπηρετούσε άγγελος Κυρίου. Πολύ φυσικό λοιπόν να υπηρετούσε άγγελος Κυρίου και τον παπα-Νικόλα, τον «εντός του κόσμου διαβιούντα αληθινόν ασκητήν».
Αρκετοί ενορίτες του, κυρίως μικρά παιδιά, τον έβλεπαν ότι λειτουργούσε κυριολεκτικά μεταρσιωμένο. «Η φήμη του παπα-Νικόλα», διηγείται σεβαστή γυναίκα, «είχε απλωθεί σ’ όλη την Αθήνα. Κάποτε, παραμονή Χριστουγέννων, ξεκίνησα με τα εγγονάκια μου για να κοινωνήσω από τα αγιασμένα χέρια του. »Τότε στη Βουλιαγμένη ήταν ακόμα ερημιά. Είκοσι χαμόσπιτα σκόρπια εδώ κι εκεί και τριγύρω χωράφια. Στη θέση της σημερινής εκκλησίας υπήρχε ένα παλιό βυζαντινό εκκλησάκι, μικρό σαν κουβούκλιο, χαμηλό και μισοσκότεινο. »Είχαν έρθει και άλλες οικογένειες με τα παιδάκια τους. Κάποια στιγμή που ο παπα-Νικόλας εμφανίστηκε στην ωραία πύλη κρατώντας το άγιο ποτήριο, το εγγονάκι μου φώναξε: »-Γιαγιά, ο παπάς περπατάει στον αέρα! »-Πάψε, του λέω, ενώ συγχρόνως σταυροκοπήθηκα. Πως περπατάει στον αέρα; »-Τον βλέπω κι εγώ, φώναξε άλλο παιδάκι. Δεν πατάει κάτω. Στο «μετά φόβου…» πλησιάσαμε όλες οι γυναίκες και τα παιδάκια να κοινωνήσουμε. Ο παπα-Νικόλας δεν είχε ακούσει τίποτε, αλλά κι αν είχε ακούσει. Δεν έδωσε καθόλου προσοχή. »Από τότε ερχόμουν πάντοτε εδώ και κοινωνούσα. Και κάθε φορά ήταν αδύνατον να μην ακούσω παιδάκια να φωνάζουν: »-Ο παπάς περπατάει στον αέρα!» Το 1920, ανήμερα τα Χριστούγεννα, ο όσιος λειτούργησε στον άγιο Ιωάννη Βουλιαγμένης. Όταν βγήκε να κοινωνήσει πιστούς, πλησίασε και μια γυναίκα με το μωρό της. Αφού κοινώνησε το μικρό, το έδωσε σε μια κοπέλα, την Ιουλία, να το κρατήσει. Η Ιουλία, καθώς το κρατούσε, γύρισε και κοίταξε τον ιερέα. Τότε παρά λίγο να της πέσει το παιδί από τα χέρια. -Πρόσεξε! Τι έπαθες; της φώναξε η γυναίκα. -Βλέπω τον παπά να στέκεται πάνω σ’ ένα σύννεφο, απάντησε εκστατική. Άλλοτε πάλι, ενώ λειτουργούσε ο όσιο στον προφήτη Ελισσαίο, έγινε και τούτο: Ένα οκτάχρονο παιδάκι βγαίνει κάτωχρο από το ιερό και λέει στη μητέρα του: -Μαμά, ο παπα-Νικόλας είναι τόσο ψηλά από τη γη! Και της έδειξε μισό πήχη με το χεράκι του. (Θαύματα και Αποκαλύψεις από τη Θεία Λειτουργία, Έκδοση Ι. Μονής Παρακλήτου Αττικής).

Ο ’Αγιος Μάρτυς Αναστάσιος ο Πέρσης ( ο Μαργουδαντ) ήταν μάγος της Περσίας ειδωλολάτρης. ’Οταν το 614 μ.Χ. απήχθη ο τίμιος και Ζωοποιός Σταυρός από τους Πέρσες, ζήτησε να μάθει τα σχετικά μ' αυτόν. Και η χάρις Του έκαμε ώστε ο μάγος αυτός να κατακλυσθεί από αγάπη προς το Χριστό και όχι μόνο εβαπτίσθη, αλλά δέχτηκε τόσο το μαρτύριο της συνειδήσεως, (έγινε δηλαδή μοναχός), αλλά και το μαρτύριο του αίματος. Υπέστη δεινά κολαστήρια και φρικτό θάνατο δια την αγάπη του Χριστού.
ΜΟΥ ΕΚΑΝΕ τρομερή εντύπωση, όταν μας είπε ο π.Παϊσιος ότι κάποιοι είχαν βάλει ανθρώπους για να τον σκοτώσουν. Ο λόγος ήταν, απ’ ότι θυμάμαι, πως είχε κάνει κάπου καλό, το οποίο δε συνέφερε σ’ εκείνους, με αποτέλεσμα να θέλουν να βγάλουν τον παππούλη από την μέση. Πλήρωσαν τρεις δολοφόνους, λοιπόν, για να πάνε στο Άγιο Όρος και να τον σκοτώσουν. Ο παππούλης το είχε καταλάβει. Την ημέρα που θα πήγαιναν, προσευχήθηκε, φόρεσε το σχήμα του και το πολυσταύρι στο στήθος και τους περίμενε. Όταν αυτοί ήρθαν, τους είπε: ‘‘Καλώς τα παλικάρια. Τον τάφο μου τον έχω έτοιμο. Δε θα κουραστείτε. Μόνο σας παρακαλώ, όταν θα με σκοτώσετε, ρίξτε μου και μερικές φτυαριές χώμα, να μη μείνω έτσι, μέσα στον τάφο χωρίς χώμα’’. Αυτοί αμέσως χλόμιασαν, άφησαν τα όπλα και τράπηκαν σε φυγή. Τότε ο Γέροντας ευχαρίστησε το Θεό, γιατί του έδωσε παράταση ζωής.
Η εναέρια προσευχή
Η πριγκίπισσα Ε.Σ. είχε ένα ανηψιό που υπόφερε από τέτοια αδυναμία, ώστε δεν μπορούσε να περπατήση μόνος του. Τον έφερε λοιπόν με φορείο στο Σάρωφ και τον οδήγησε στον όσιο Σεραφείμ.Ο στάρετς εκείνη την ώρα στεκόταν στην πόρτα του κελλιού του, σαν να περίμενε τον άρρωστο. Αφού μπήκαν μέσα, του είπε:Θα προσευχηθούμε και οι δύο, χαρά μου, κι εσύ κι εγώ. Πρόσεξε όμως! Θα μείνης ξαπλωμένος όπως είσαι και δεν θα γυρίσης από το άλλο πλευρό. Ο νέος έμεινε πολλή ώρα σ’ αυτή τη θέση, μέχρι που εξαντλήθηκε η υπομονή του και θέλησε από περιέργεια να δει τι κάνει ο όσιος. Γυρίζει λοιπόν και βλέπει τον άγιο να προσεύχεται μετέωρος, στον αέρα! ’Ηταν τόσο ξαφνικό και ασυνήθιστο το θέαμα, που έβαλε τις φωνές.Ο στάρετς τελείωσε την προσευχή, πλησίασε τον άρρωστο και του είπε:Τώρα λοιπόν θα πης σε όλους ότι ο Σεραφείμ είναι ένας άγιος και προσεύχεται στον αέρα… Πρόσεξε! Μέχρι να πεθάνω, μην πης σε κανένα αυτό που είδες, διαφορετικά θ’ αρρωστήσεις πάλι. Ο νέος σηκώθηκε από το κρεβάτι. Στηριζόταν βέβαια σε άλλους, αλλά βγήκε από το κελί περπατώντας. Στον ξενώνα τον πολιόρκησαν με ερωτήσεις: -Τι σου έκανε, τι σου είπε ο π. Σεραφείμ; Προς γενική όπως κατάπληξη δεν τους είπε ούτε λέξη. Στην Πετρούπολη έφθασε τελείως υγιής! Μετά από καιρό, αφού πληροφορήθηκε ότι ο όσιος εκοιμήθη, φανέρωσε την εναέρια προσευχή του αγίου

. Από το βιβλίο ‘‘Μαρτυρίες προσκυνητών Γέροντας ΠΑΪΣΙΟΣ ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ’’Καραφεϊζης Βασίλειος, ταξίαρχος έ.ά. , Διδυμότειχο Έβρου
Στίς 10 Ιανουαρίου 1992 έλαβε χώρα ή παρακάτω συνομιλία μου μέ τόν π. Παϊσιο.
-Γέροντα, πώς βλέπετε τήν διάλυση τής Γιουγκοσλαβίας;
-Έ, καλό θά βγεί γιά τήν Ελλάδα.
-Τί θά γίνει όμως μέ τό λεγόμενο " μουσουλμανικό τόξο; "
- Καί από αυτό, καλό θά βγεί...
Επειδή όμως δέν κατάλαβα τί εννοούσε, μού εξήγησε καί μού είπε.
-Ο διάβολος επιθυμεί τήν καταστροφή κάθε ανθρώπου. Ο Θεός όμως δέν τόν αφήνει ανεξέλεγκτο αλλά τού επιτρέπει μέχρι ενός ορισμένου σημείου. Καί τό κάνει αυτό γιατί προγνωρίζει ότι από αυτό τό κακό, θά προκύψει καί κάτι καλό.
Η Τουρκία θά χάσει τούς συμμάχους της, ακόμη καί τούς πατροπαράδοτους φίλους της, τούς Γερμανούς...
Μού είπε ακόμη, ότι στήν Ιταλία θά παρουσιασθεί ένας πολιτικός τύπου Μουσολίνι, καί στήν Γερμανία ένας νέος Χίτλερ, καί ότι ή ΕΟΚ θά διαλυθεί !...
Η ΕΟΚ ( Ε.Ε. σήμερα ), δέν έχει καμμιά ομοιότητα μέ τήν Αμερική. Η Αμερική μοιάζει μέ έναν αργαλειό, πού αφομοιώνει όλα τά κουρέλια καί όλες τίς χώρες...
Από το Γεροντικό
Δύο αδέλφια πήγαν μαζί στην έρημο κι ασκήτευαν στην ίδια καλύβη. Ο διάβολος, φθονώντας την αγάπη τους, βάλθηκε να τους χωρίση. ’Ενα βράδυ ο νεώτερος πήγε ν’ανάψη το λυχνοστάτη, τον αναποδογύρισε και χύθηκε το λάδι. Ο μεγαλύτερος θύμωσε και του έδωσε ένα μπάτσο. Τότε ο πιο μικρός, χωρίς να ταραχτή, έσκυψε, του έβαλε μετάνοια και είπε ταπεινά: -Συγχώρησε την απροσεξία μου, Αδελφέ. Τώρα αμέσως θα ετοιμάσω άλλο. Την ίδια νύχτα ένας ειδωλολάτρης ιερεύς, που έτυχε να βρίσκεται μέσα στο ειδώλειο, άκουσε τα δαιμόνια να κάνουν δικαστήριο μεταξύ τους. ’Ενα απ’ αυτά ομολόγησε ντροπιασμένο στον αρχηγό του: Πηγαίνω και κάνω άνω κάτω τους Μοναχούς. Μα τι φταίω, όταν κάποιος απ’αυτούς γυρίζη και βάζη στον άλλο μετάνοια και μου καταστρέφη όλη τη δουλειά; Ακούγοντας αυτά ο ειδωλολάτρης, έγινε ευθύς χριστιανός κι’ αποτραβήχτηκε στην έρημο. Σ’ όλη του τη ζωή κράτησε στην καρδιά του την ταπείνωσι και στο στόμα του είχε διαρκώς πρόχειρο το «συγχώρησόν με».
Κάποιος ρώτησε τον Γέροντα Παϊσιο πότε γνώρισε για πρώτη φορά το Χριστό. Πως δηλαδή ξεκίνησε την πνευματική ζωή. Τότε ο Γέροντας άρχισε να μας λέει τα εξής: ‘‘’Όταν ήμουν μικρός, κάτι παιδιά μου είχαν ζαλίσει το κεφάλι, λέγοντας ότι ο άνθρωπος προέρχεται από τον πίθηκο και άλλα τέτοια χαζά του Δαρβίνου. Εμένα μου είχε πει η μάνα μου ότι μας έπλασε ο Θεός και αυτό προσπαθούσα να τους πω. Αυτοί, όμως, δεν το δέχονταν και με κορόιδευαν. Στενοχωρήθηκα και πήγα κάπου έξω από το χωριό. Εκεί άρχισα να κάνω προσευχή και να παρακαλώ το Θεό. Του έλεγα να ρίξει μια αστραπή, ένα κλαδί να κουνήσει, να βρέξει, κάτι να κάνει εκείνη την ώρα, για να δω και να πιστέψω. Έκλαιγα και παρακαλούσα το Θεό, αλλά τίποτα δεν έγινε. Απογοητεύτηκα και έκλαψα πολύ, και από την κούραση και το κλάμα εξαντλήθηκα. Τότε, λοιπόν, μου φανερώθηκε ο Χριστός και έγινε κάτι που δεν μπορώ να το περιγράψω. Τι αμαρτίες να είχα κάνει τόσο μικρό παιδί κι όμως χρειάστηκε πολύ να παρακαλέσω για να βεβαιωθώ για την πίστη μου! Αν, λοιπόν, ένα μικρό και καθαρό παιδί χρειάστηκε να κάνει τόσο αγώνα, πόσο πρέπει εμείς να αγωνιστούμε, τώρα που είμαστε μεγάλοι και γεμάτοι αμαρτίες;’’
* * *
Ανάμεσα στην ομήγυρη των προσκυνητών ήταν και ένας νεαρός (περίπου δεκαοχτώ ετών) μαζί με τον πατέρα του. Είπε στο Γέροντα ότι είχε ψυχολογικά προβλήματα από τότε που έκανε παρέα με έναν συγχωριανό του. Ο Γέροντας του είπε:‘‘ Δεν είναι αυτό που νομίζεις (Πιθανώς να νόμιζε ότι του είχαν κάνει μάγια). Ο Γέροντας ρώτησε αν εξομολογείται – ο νεαρός απάντησε αρνητικά – και από πού ήταν, και εκείνος είπε ότι καταγόταν από ένα χωριό της Κομοτηνής. Τότε βλέπω το Γέροντα να κλείνει τα μάτια του και μετά από λίγο, όταν τα άνοιξε, είπε στον νεαρό: ‘‘’Εκεί στην περιοχή σας έχετε τον τάδε πνευματικό. Να πας να εξομολογηθείς και όλα θα σου περάσουν’’. Σχεδόν αμέσως ξανακλείνει τα μάτια ο Γέροντας και ανοίγοντας τα, του ξαναλέει: ‘‘’Υπάρχει και ένας άλλος πνευματικός, ο οποίος είναι καλός. Πήγαινε όπου θέλεις’’. Ο νεαρός χάρηκε πολύ. Δεν περίμενε ν’ ακούσει τίποτε άλλο. Σηκώθηκε, φίλησε πολλές φορές τα χέρια του Γέροντα, ευχαριστώντας τον, και έφυγε αμέσως. Βλέποντας όλη αυτή την σκηνή, είμαι πεπεισμένος ότι ο Γέροντας δε γνώριζε προσωπικά τους πνευματικούς που υπέδειξε. Χάριτι Θεού έγινε η αποκάλυψη.
* * *
Κάποιος ρώτησε το Γέροντα: ‘‘Αν παρακαλέσουμε έναν άγιο, μας ακούει;’’ Μου απάντησε: ‘‘Ότι κι αν πούμε ή παρακαλέσουμε, όλα τα ακούνε η Αγία Τριάς – ο Πατήρ, ο Υιός κα‘‘Όταν ζητάμε βοήθεια, πάντα έρχεται.Αρκεί όμως να είναι όμως για το καλό μας’’, μου αποκρίθηκε.
* * *
Βγαίνοντας στην αυλή για να τον αποχαιρετίσουμε, ο πατέρας μου θεώρησε καλό να ενημερώσει το Γέροντα Παϊσιο για κάποιον πόνο που τον ταλαιπωρούσε στο δεξί μέρος της κοιλιάς του, κάτω από το θώρακα, και δεν τον άφηνε σε ησυχία για δύο χρόνια. Οι γιατροί δεν μπορούσαν να διαγνώσουν κάτι, ούτε να δώσουν κάποια θεραπεία. Ο Γέροντας τότε του είπε: ‘‘Έ και τι να κάνουμε μ’ αυτόν τον πόνο, ευλογημένε;’’ ‘‘Γέροντα, αν ακουμπήσετε το σημείο όπου πονάω, πιστεύω ότι θα γίνω καλά.’’ ‘Ο Γέροντας, τότε, κάνει το σημείο του Σταυρού στο σημείο εκείνο και λέει: ‘‘Άντε, ευλογημένε, η Παναγία να σ’ ευλογεί! Πάρε κι αυτή την μαγκούρα, που έχω εδώ, για μπαστουνάκι στο δρόμο. Να πάτε στην ευχή της Παναγίας!’’ Μας χαιρέτησε και μας ευλόγησε. Ο πατέρας μου από εκείνη την στιγμή μέχρι σήμερα δεν ξανά πόνεσε.
* * *
Ο πατήρ Χ. μας διηγήθηκε πως κάποτε ένας λαϊκός, που δεν πίστευε ότι στην εποχή μας γίνονται θαύματα, επισκέφθηκε το Γέροντα Παΐσιο. Ο Γέροντας διέγνωσε την ασθένεια του και του έδωσε την θεραπεία αμέσως. Του είπε: ‘‘Πάρε αυτό το κουτί και κέρασε τους επισκέπτες’’. Οι επισκέπτες ήταν περίπου δώδεκα και τα γλυκά στο κουτί τρία. Στράφηκε το Γέροντα με δισταγμό: ‘‘Μα Γέροντα…’’ ‘‘Κάνε αυτό που σου λέω και πάρε κι εσύ κέρασμα’’, του είπε με ήπιο τόνο. Πράγματι, αφού τους κέρασε όλους, πήρε και ο ίδιος. Στο τέλος διαπίστωσε πως στο κουτί υπήρχαν ακόμη τρία γλυκά. Τότε ο Γέροντας του είπε με νόημα: ‘‘Τίποτα δεν είναι αδύνατο στο Θεό.’’
* * *
Κατά το 1985 ο Γέροντας Παΐσιος επισκέφθηκε την Ι. Μονή Οσίου Γρηγορίου. Σε κάποια συζήτηση είπε στους μοναχούς να προσεύχονται περισσότερο για τους κεκοιμημένους, διότι είναι υπόδικοι και δεν έχουν κάποιους να τους βοηθήσουν. Είπε πως γνώριζε μία γριούλα, η οποία μετά από κάποιο διάστημα κοιμήθηκε. Μια νύχτα, ενώ προσευχόταν ο Γέροντας υπέρ των κεκοιμημένων, άκουσε μία φωνή. Ήταν η γνωστή γριούλα, που ζητούσε βοήθεια, γιατί βασανιζόταν πολύ σκληρά. Την είδε ο Γέροντας μέσα σε ακαθαρσίες και σ’ αυτή τη κατάσταση του φώναζε γοερά: ‘‘Θέλω βοήθεια!’’ Πράγματι, έκανε προσευχή ο Γέροντας και σε λίγες ημέρες, την είδε σε καλύτερη κατάσταση. Συνέχισε κι άλλο την προσευχή του, ώσπου την είδε τελείως καθαρή.


Προσπαθούσα, πάντοτε κατά την ώρα της Θείας Λειτουργίας να βρίσκομαι μέσα στο Ιερό Βήμα. Και τούτο διότι ήθελα από πολύ κοντά να παρακολουθώ τον π. Πορφύριο, πως τελούσε την αναίμακτη αυτή θυσία. Και δεν μετάνιωσα για την προσπάθεια μου αυτή. Αντίθετα, και σήμερα δηλώνω απερίφραστα, πως εάν ζούσε ο αείμνηστος γέροντας θα έκανα πάλι το ίδιο. Γιατί εκεί μέσα γνώρισα όλο το μεγαλείο της πίστεως! Εκεί μέσα έζησα στιγμές συγκινητικές και απερίγραπτες! Εκεί μέσα άκουσα να συνομιλούν τα κάτω με τα άνω! Εκεί μέσα είδα έναν παππούλη να υψώνει τα άγια χεράκια του προς τον Ύψιστο, όπως ακριβώς τα μικρά και αγνά παιδάκια κατά την ώρα της παιδικής τους προσευχής! Εκεί μέσα παρακολούθησα με πόση ευλάβεια και φόβο Θεού έκανε όλη την προετοιμασία του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας κατά την ώρα της Προσκομιδής! Ιδίως αυτό το τελευταίο με είχε κυριολεκτικά συγκλονίσει! Γιατί, ο π. Πορφύριος, όλο αυτό το θείο μυστήριο το ζούσε στην πραγματικότητα! Και αυτό το έδειχνε με τον τρόπο που χρησιμοποιούσε το πρόσφορο. Δεν το θεωρούσε σαν μια προσφορά. Αλλά νόμιζε ότι εκείνη την ώρα κρατούσε το ίδιο το σώμα του Χριστού. Γι’ αυτό και κάθε φορά που το έκοβε, πονούσε η ψυχούλα του, γιατί ήταν περισσότερο από βέβαιος, ότι την ώρα εκείνη κόβει το ίδιο το σώμα του Ιησού! Στις δε ευχές που έλεγε κατά τον χρόνο της Προσκομιδής των Θείων δώρων, έδιδε τέτοια έμφαση και τέτοιο τόνο και χρώμα που συγκλόνιζαν ακόμα και τον πιο άπιστο και βάρβαρο στην ψυχή! Μου είναι αδύνατον να λησμονήσω τον τρόπο, που εδέετο υπέρ των ζώντων και των τεθνεώτων! Αυτό το: μνήσθητι Κύριε του δούλου σου τάδε, το έλεγε και το ζητούσε από τον Θεό με τόση γλυκύτητα και με τέτοιο παρακλητικό τόνο, που του ήταν αδύνατο να του αρνηθεί Ο Θεός που είναι πολυέλεος, πολυεύσπλαχνος, μακρόθυμος και γεμάτος αγάπη.
Ακόμη είχα παρατηρήσει, ότι ο Παππούλης καθόλη τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας, έδινε την εντύπωση, πως ούτε ακούει, ούτε βλέπει, ούτε έχει καμμιά επαφή με τον έξω κόσμο. Εκείνος ζούσε στον δικό του κόσμο. Παρά ταύτα εγώ ούτε εκεί δεν τον άφηνα ήσυχο. Κάθε τόσο τον πλησίαζα όλο και περισσότερο, για να του δείξω την αγάπη μου. Και εκείνος ανταποκρινόμενος πλήρως, με σταύρωνε στο μέτωπο μου, πότε με την Ιερά Λαβίδα, πότε με τον Σταυρό του και άλλοτε με ότι Θείο κρατούσε στα άγια χεράκια του την ώρα εκείνη.
Το παράδειγμα της υπακοής

Ένα από τα πολλά χαρίσματα που κοσμούσαν τον χαρακτήρα του Πατρός Πορφυρίου, ήταν η υπακοή.
Κάποια μέρα αντί να μου μιλήσει ευθέως για την αξία της υπακοής που εγώ κάθε άλλο, παρά τα είχα…καλά μαζί της άρχισε να μου λεει τα εξής:
Όταν ακόμη ήμουν μοναχός και είχα σχεδόν την ηλικία σου πληροφορήθηκα ότι σε ένα κελί ζούσε ένας παράξενος γέροντας. Όποιος υποτακτικός πήγαινε να τον υπηρετήσει δεν άντεχε την γκρίνια του και την ιδιοτροπία του και μέσα σε 2-3 μέρες τον εγκατέλειπε και έφευγε. Αυτό συνέβαινε για πολύ καιρό. Στο τέλος δεν εδέχετο κανείς να πάει να τον υπηρετήσει. Τότε αποφάσισα να πάω εγώ. Έκανα την πρόθεση μου γνωστή στους άλλους μοναχούς και εκείνοι προσπάθησαν να με εμποδίσουν. Μην τολμήσεις, μου είπαν, γιατί θα αποτύχεις και θα απογοητευτείς και είσαι πολύ νέος και δεν κάνει να αρχίσεις την μοναχική σου ζωή με μια τόση κακή εμπειρία. Εδώ προσπάθησαν τόσοι και τόσοι μοναχοί με υπομονή πρωτόγνωρη και καλοσύνη πρωτοφανή και απέτυχαν και θα κατορθώσεις εσύ να συνεργαστείς με τον γεροπαράξενο; Μη προσπαθείς. Άδικα θα υποβληθείς σε μια ταλαιπωρία που δεν θα διαφέρει σε τίποτα από τις δικές μας αφού το αποτέλεσμα της θα είναι αρνητικό. Μάταια, όμως προσπάθησαν να με πείσουν. Εγώ, τους είπα, θα πάω και ας αποτύχω.
Πράγματι! Χωρίς να χάσω καιρό ξεκίνησα για το κελλί, που έμενε ο Γέροντας. Χτύπησα την πόρτα και μου είπε να περάσω. Τον καλημέρισα και συγχρόνως υποκλίνομαι. Την ευχή σας γέροντα.
- Τι θέλεις εσύ εδώ;
- Να, έμαθα, ότι είσαι μόνος σου και ανήμπορος και ήλθα να σε υπηρετήσω..
- Να πας από εκεί που ήρθες! Φύγε γρήγορα.
- Λέγοντας αυτά μου έδειξε το παράθυρο. Να φύγω δηλαδή από το παράθυρο και όχι από την πόρτα. Και εγώ όπως πάντα έκανα άκρα υπακοή! Βγήκα από το παράθυρο! Αυτό θα πει υπακοή!
Γεγονός πάντως είναι, ότι ο παππούλης επέμενε πολύ στο θέμα της υπακοής. Και την θεωρούσε καθήκον και υποχρέωση συνάμα κάθε πνευματικού παιδιού.
Ο ίδιος θέλοντας να δείξει το μέγεθος της σημασίας που είχε για εκείνον η υπακοή αναφέρει στην Επιστολή-Διαθήκη του, που άφησε σε όλους εμάς, τα εξής:
«…έφυγα από τους γονείς μου κρυφά και ήλθα στα Καυσοκαλύβια του Αγίου Όρους και υποτάχτηκα σε δυο γεροντάδες αυταδέλφους, Παντελεήμονα και Ιωαννίκιο. Μου έτυχε να είναι πολύ ευσεβείς και ενάρετοι και τους αγάπησα πάρα πολύ και γι’ αυτό, με την ευχή τους, τους έκανα ά κ ρ α υ π α κ ο ή. Αυτό με βοήθησε πάρα πολύ, αισθάνθηκα και μεγάλη αγάπη και προς τον Θεό και πέρασα και πάρα πολύ καλά».
Ο ΟΣΙΟΣ ΣΙΜΩΝ Ο ΔΙΟΡΑΤΙΚΟΣ
Ό όσιος Σίμων γεννήθηκε στο χωριό του Όντέλεβο τής Ρωσσίας. Οί γονείς του, ήταν α¬πλοί, ευσεβείς αγρότες. Σέ νεαρή ηλικία αποφά¬σισε να αφιερώσει τη ζωή του εξ ολοκλήρου στο Θεό και άρχισε την άσκηση τής σαλότητας.Ό Όσιος έκρινε πώς δεν ήταν καλό να πα¬ραμείνει στην εγχώρια πόλη του και κρυφά προ¬χώρησε στα πυκνά και άγρια δάση τής γύρω πε¬ριοχής. Το καλοκαίρι περιπλανιόταν από την μί¬α περιοχή στην άλλη ένω το χειμώνα αποσυρό¬ταν στά απάτητα δάση και φαράγγια. Συχνά φαινόταν κοντά στο χωριό Έλνάτ. Κάποτε, με¬ρικοί ξυλοκόποι άπό το Έλνάτ, συνάντησ έκφραση: «Σί¬μων, Σίμων...», επαναλαμβάνοντας το όνομα του συνέχεια. Οί αγρότες τόν λυπήθηκαν και τον πή¬γαν στον εφημέριο του χωριού τους για νά τού δώσει καταφύγιο.αν τον άγιο στο δάσος ένω έκοβαν ξύλα. Τον ρώτησαν ποιος είναι και άπό πού ερχόταν, άλλα αυτός α¬παντούσε μόνο μέ μιά αλλόκοτη
Ό ιερέας, π. Ιωσήφ, πήρε τόν Όσιο στο σπίτι του και τού έδωσε μερικές άπλες δουλειές νά κάνει. Προς έκπληξη του, ό όσιος Σί¬μων εκπλήρωσε αυτές τις εργασίες στο ακέραιο και λογικά. Ό Ιερέας τότε τού έδωσε πιο σοβα¬ρές εργασίες νά εκπληρώσει και ό σαλός τις τε¬λείωσε όλες ειρηνικά, δουλεύοντας στον Ιερέα σαν να ήταν υπηρέτης του. Επιπλέον, ήταν πάν¬τα σέ ετοιμότητα για να βοηθήσει οποιονδήποτε άπό τους χωρικούς σέ οποιαδήποτε βαριά εργα¬σία είχε. Τους υπηρετούσε όλους σαν να ήταν σκλάβος.
Παρ' όλα αυτά πολλοί απερίσκεπτοι άν¬θρωποι κακοποιούσαν, προσέβαλαν τον όσιο καί τον χτυπούσαν συχνά, άλλα ό ίδιος ποτέ δεν παραπονέθηκε γιά αύτη την κακή του μεταχείρι¬ση, απεναντίας δε προσευχόταν ταπεινά γιά ό¬λους όσους τον κατεδίωκαν.
Ό όσιος Σίμων πέρασε δεκαπέντε χρόνια στο χωριό αυτό και έπειτα μετακινήθηκε προς την πυκνοκατοικημένη πόλη τοϋ Γιοΰρεβιτς. Ε¬δώ, συνέχισε την άσκηση της σαλότητάς του. Στις χειμερινές νύχτες, περιτριγύριζε σέ διάφορα μέρη, στις πλατείες της πόλης ή ακόμα και στον παγωμένο Βόλγα ανυπόδητος και ντυμένος μόνο με έναν μακρύ, λερωμένο πουκάμισο. Κατά τη διάρκεια της ημέρας προσευχόταν μερικές φορές στά προαύλια των εκκλησιών και συχνά επισκε¬πτόταν τη μονή τών Θεοφανίων.
"Ετσι, ό ταλαιπωρημένος όσιος απέκτησε με τους αγώνες του διάφορα χαρίσματα.
Επιβεβαίωση αυτών τών χαρισμάτων απο¬τελούν και το παρακάτω περιστατικό
Μία ήσυχη κα¬λοκαιρινή νύχτα ένας άλλος πολίτης της ίδιας πόλης είδε τον ευλογημένο Σίμωνα νά διασχίζει τον Βόλγα ποταμό. "Οταν ό άγιος ήρθε στη ξηρά πλησίασε τον άνθρωπο, γύρισε και δείχνον¬τας προς τον λόφο στην άλλη πλευρά του Βόλγα είπε: «Σαράντα χρόνια μετά από την κοίμηση μου, συμφωνά μέ το θέλημα του Θεού, ένας Ναός θα χτιστεί σε εκείνη την πλευρά». Πράγματι, σα¬ράντα χρόνια μετά την κοίμηση του οσίου χτί¬στηκε έκει ένα Έρημητήριο.(«Ημείς Μωροί δια Χριστόν» Ι.Καλ.Αγ.Ιωάννου του Θεολόγου-Νέα Σκήτη –Αγ. Όρους.)



ΚΑΠΟΙΑ άλλη φορά, επισκέφθηκαν τον Γέροντα Παϊσιο κάποιοι θεολόγοι και άρχισαν θεολογική συζήτηση. Κατά τη συνομιλία τους, τους είπε ότι η θεολογία δε διδάσκεται, αλλά βιώνεται. Εκείνη τη στιγμή εμφανίζονται δύο φίδια (λένε πως ήταν οχιές), και χωρίς να τα δει ο Γέροντας, επειδή ήταν πίσω του, λέει: ‘‘Καθίστε εκεί, για να μην διώξετε τους επισκέπτες’’. Μετά λέει στους θεολόγους: ‘‘Περιμένετε λίγο’’, και αμέσως πηγαίνει να ταΐσει τις οχιές. Τότε η μία όρμισε λαίμαργα να φάει. Λέει ο Γέροντας: ‘‘Δεν σας έδωσα ευλογία να φάτε ακόμη!’’ Στη στιγμή το φίδι ακινητοποιήθηκε. Μετά έδωσε ευλογία να φάνε και εντολή να μην φύγουν, αν δεν το επέτρεπε. Έτσι βλέπουμε ότι ο Γέροντας ό,τι έλεγε, γινόταν. Επίσης, συνιστούσε να εξομολογούμαστε συχνά. Αν εφαρμόζαμε όσα μας δίδασκε, θα βρίσκαμε μεγάλη ωφέλεια.
* * *

Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ Παϊσιος «είδε» την προ ετών σύλληψη του επισκέπτη του από τον αστυνομικό.
Σε κάποια επίσκεψη μου στο κελί του, συνάντησα ένα γνωστό μου από τη Μεθώνη Μεσσηνίας με δύο αγνώστους. Το γνωστό μου είχα κάποτε συλλάβει και οδηγήσει στο Σταθμό Χωροφυλακής Μεθώνης Μεσσηνίας, του οποίου ήμουν προϊστάμενος, γιατί κατασκεύαζε οικοδομή χωρίς άδεια. Ο Γέροντας με πλησίασε και μου είπε: ‘‘Κώστα, μήπως είχες βάλει «μέσα» κανέναν από αυτούς;’’ Εγώ έμεινα άναυδος και ντράπηκα, λόγω του εγωισμού μου φυσικά. Βλέποντας ότι στενοχωρήθηκα, χαμογέλασε λέγοντας: ‘‘Έτσι το είπα, Κώστα. Μην στενοχωριέσαι’’. Ο Γέροντας, με το διορατικό του χάρισμα, αποκάλυψε την προ ετών ενέργειά μου.
* * *

ΚΑΠΟΤΕ, σε μία επίσκεψή μου στο κελί του π.Παϊσίου , μου είπε: ‘‘Έξι απόστρατοι ανώτατοι αξιωματικοί του στρατού έπασχαν από καρκίνο. Οι γιατροί των Αθηνών τους συνέστησαν να πάνε σε νοσοκομείο της Αγγλίας, όπου ίσως θεραπεύονταν, επειδή ο καρκίνος ήταν σε αρχικό στάδιο. Πριν πάνε, πέρασαν από μένα για να προσευχηθώ να γίνουν καλά κι εγώ προσευχόμουν. Στην Αγγλία οι καθηγητές γνωμάτευσαν ότι οι πέντε θα γίνουν καλά, ενώ ο έκτος θα πεθάνει. Πριν φύγουν για την Ελλάδα, ένας γιατρός ειδικευμένος πλησίασε τον ασθενή αξιωματικό για τον οποίο είχαν γνωματεύσει ότι θα πεθάνει και του είπε: «Άκουσε. Ένας μεγάλος γιατρός, πολύ μεγαλύτερος απ’ όλους τους γιατρούς του κόσμου, είναι ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός. Πίστευε και έλπιζε σ’ Αυτόν και Αυτός θα σε βοηθήσει». Ήλθαν οι έξι αξιωματικοί στην Ελλάδα. Αυτός που επρόκειτο να πεθάνει, άλλαξε τρόπο ζωής. Πούλησε τα υπάρχοντά του, τα έδωσε στους φτωχούς και κράτησε για τον εαυτό του τα πλέον αναγκαία. Εκκλησιαζόταν, εξομολογήθηκε και κοινωνούσε συνεχώς των Αχράντων Μυστηρίων, με άδεια του πνευματικού του. Καθημερινά πήγαινε και άναβε τα καντήλια των εκκλησιών στον οικισμό όπου διέμενε. Αφιερώθηκε ψυχή τε και σώματι στο Χριστό, για να σώσει την ψυχή του. Επισκεπτόταν το Άγιο Όρος, κι εμένα 3 φορές το χρόνο. Οι πέντε αξιωματικοί, για τους οποίους είχαν γνωματεύσει ότι θα ζήσουν, πέθαναν από καρκίνο ενώ ο έκτος, για τον οποίο είχαν γνωματεύσει ότι θα πεθάνει, έζησε. Από τότε έρχεται’’, μου είπε ο Γέροντας, ‘‘στο Άγιο Όρος και επισκέπτεται κι εμένα. Κάποτε έβρεχε καταρρακτωδώς κι έμεινε έξω από το κελί μου επί 2 ώρες’’. Ο Γέροντας του είπε, όταν τον είδε να βρέχεται: ‘‘Καλά, εσένα ο Θεός σου έδωσε υγεία σωματική, αλλά βλέπω ότι δεν έχεις κουκούτσι μυαλό. Τι κάθεσαι και βρέχεσαι, ευλογημένε;’’ Και ο Γέροντας κατέληξε: ‘‘Να πηγαίνουμε σε γιατρούς που είναι πιστοί Χριστιανοί, έστω κι αν είναι κατώτεροι. Αν όμως είναι άθεοι, άπιστοι και αιρετικοί, έστω κι αν κατέχουν μεγάλα ιατρικά αξιώματα, ν’ απομακρυνόμαστε απ’ αυτούς, διότι, αντί να μας κάνουν καλό, θα μας κάνουν κακό’’.

* * *
Η διόραση του Γέροντα.Το Φεβρουάριο του 1992 επισκέφθηκα το Γέροντα Παΐσιο μαζί μ’ ένα φίλο μου. Ο Γέροντας προσέφερε στραγάλια και λουκούμια στους προσκυνητές. Κι ενώ έδωσε σ’ όλους στραγάλια, όταν μοίραζε τα λουκούμια, σε κάποιον προσκυνητή δεν έδωσε. Κανείς δεν το αντιλήφθηκε. Ο ίδιος ο προσκυνητής, όμως, μας απεκάλυψε αργότερα ότι ο Γέροντας κατάλαβε πως είχε ζάχαρο και γι’ αυτό δεν του πρόσφερε λουκούμι.
* * *
ΑΥΤΟ που σας λέω, είναι πολύ βασικό. Γι’ αυτό θέλω πολύ να το προσέξετε! Η φροντίδα των γονέων για το παιδί, αρχίζει από τότε που αυτό βρίσκεται μέσα στην κοιλιά της μητέρας του! Ναι! Από τότε!
Μα θα μου πείτε: τι μπορούμε να κάνουμε εμείς, για το έμβρυο και γενικά για ένα παιδί που βρίσκεται ακόμη, μέσα στην κοιλιά της μάνας του;
Σας απαντώ: Εμείς μόνοι μας τίποτε! Εκείνος, όμως , που επέτρεψε τη σύλληψη του,
ΤΑ ΠΑΝΤΑ! Αλήθεια, υπάρχει μεγαλύτερο θαύμα από το θαύμα της συλλήψεως; ασφαλώς όχι!
Γι’ αυτό, εμείς σε Εκείνον θα απευθυνθούμε και από εκείνον θα ζητήσουμε τις θερμές προσευχές μας, να μεριμνήσουμε για την τελειότητα του σώματος και της ψυχής του συλληφθέντος παιδιού, όταν ακόμη αυτό βρίσκεται στο στάδιο της κυήσεως. Και εκείνος, με τη Θεία χάρη του Αγίου Πνεύματος, θα φροντίσει και για τα δυο. Οι προσευχές μας, όμως, δεν σταματάνε εδώ. Αντιθέτως μάλιστα! Μετά τον τοκετό, του νεογνού, όσο θα αυξάνει αυτό, θα αυξάνουν και οι προσευχές μας.
Έτσι, με τον τρόπο αυτόν δείχνουμε, ότι, πράγματι, εμπιστευόμαστε την σωστή διαπαιδαγώγηση του παιδιού μας στον ίδιο τον Θεό. Και όταν το παιδί μας βρίσκεται υπό την άμεση και συνεχή εποπτεία, παρακολούθηση και προστασία του Θεού, ε, τότε να είμαστε βέβαιοι, πως ποτέ δεν θα παραστρατήσει
.(Λόγοι του πατρός Πορφυρίου)
* * *
Έλεγα κι εγώ στον Γέροντα Εφραίμ: «Γέροντα, και στην κόλαση να πάω δεν φοβάμαι, αρκεί να λέω την ευχή: Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με». Τόση γλυκύτητα, τόση χαρά σου παραδίδει μέσα αυτή η ευχούλα -μικρή είναι, αλλά πόση δύναμη έχει!- οπότε λες, και στην κόλαση να πάω δεν φοβάμαι, θα λέω την ευχή και στην κόλαση.
* * *
ΘΑ ΚΑΝΕΙΣ εργόχειρο, κάνεις ένα διακόνημα, μην αφήνεις την ευχούλα, γιατί και η ευχή σε θεοποιεί. Το πρώτο-πρώτο, πατέρες, που θα αισθανθείτε, θα είναι η χαρά! Το πρώτο στάδιο, το πρώτο σημείο, το οποίο θα αισθανθείτε λέγοντας την ευχή, είναι η χαρά. Και η χαρά δεν είναι τίποτες άλλο, ένα πετραδάκι στην ακροθαλασσιά, είναι το πράγμα ότι μέσα αρχίζεις να φωτίζεσαι! Γι' αυτό λέγε την ευχούλα, λέγε την ευχούλα, λέγε την ευχούλα και αυτό θα σε φέρει σε άλλη κατάσταση πολύ καλύτερη, την οποία όσο και να σκεφθείς, δεν μπορείς να σκεφθείς.
ΕΝΑΣ Καλόγερος πήγε στην τουαλέτα, κι έλεγε την ευχή. Α, και φανερώνεται ο διάβολος εκεί και του λέει:. Βρε 'συ, λέει, βρώμικη ευχή λες. Α, μα, και ο καλόγηρος: Άκουσε αποστάτα της θείας Μεγαλειότητος, λέει, η κένωσις του σώματος πηγαίνει κάτω, η κένωσις της ψυχής πηγαίνει απάνω, δεν έχει καμιά ένωση. * * * ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ μας παραπάνω καθόταν ένας Μοναχός και, κρίσις Θεού, ήτανε δαιμονισμένος. Οι γέροι δεν μπορούσαν να έρχονται κάτω στο σπίτι μας, να μεταλάβουν, και πήγαινα εγώ στο σπίτι τους απάνω, που είναι ο
πάτερ-Γεδεών εκεί απάνω, και τους μετελάμβανα. Πήγαινα στο Ιερό, έβγαζα το Αρτοφόριο, ερχόντουσαν οι γέροι στην Ωραία Πύλη εκεί και τους μετελάμβανα. Αυτός μού 'λεγε: «Ο διάβολος εκεί κάθεται στην άκρη, στη Λιτή». Του λέω: «Τον βλέπεις;» «Τον βλέπω», λέει. Και ο ίδιος έλεγε ότι: «Όταν λέω την ευχή ταράττεται ο διάβολος, όταν λέω δεύτερη φορά αφρίζει• την τρίτη ευχή άφαντος γίνεται!» Να η δύναμις της ευχής.
-Παιδί μου, λέει ο Γέροντας, πες την ευχή.
-Μα λέω και δεν καταλαμβάνω τίποτες.
-Δεν καταλαμβάνεις, λέει, εσύ, αλλά ο διάβολος καταλαμβάνει και φεύγει.
ΤΟ ΕΛΕΟΣ του Θεού είναι μεγάλο. Ο γερο-Ιωσήφ μας είχε ειπεί, ότι όχι μόνο με τη Θ. Λειτουργία, αλλά και με την προσευχή μπορείς να βγάλεις ψυχή από την κόλαση.Προσευχότανε ο Γέροντας Ιωσήφ για μια ψυχή αρκετό καιρό. Και στο τέλος νομίζω, ότι μας είπε, είδε όραμα, που η ψυχή είπε: «Μεγάλη μου ημέρα σήμερα. Πηγαίνω εις το καινούργιο μου σπίτι». Και ούτω πληροφορήθηκε ότι σώθηκε η ψυχή.
ΕΓΩ κάποτε, όταν ήμουν αρχάριος, πολεμήθηκα από τον διάβολο• είχα σαρκικό πόλεμο. Ξάπλωσα να κοιμηθώ, αλλά ο πόλεμος της σαρκός δυνατός. Άρχισα με ζέση να λέω την ευχή. Τότε, μεταξύ ύπνου-ξύπνου βλέπω ένα όνειρο: Απέναντι εις την εξώπορτα, ήτανε ένας δαίμονας, όπως τον περιγράφουν οι Πατέρες, με κέρατα, με μαύρα φτερά κλπ., και κάγχαζε. Δεν ηδύνατο όμως να πλησιάσει εις το κελλί μου! Συνήλθα• πήγα και το διηγήθηκα κατόπιν εις τον γερο-Ιωσήφ. Μου λέει: «Βλέπεις, παιδί μου, ότι με την ευχή τον κρατάς εις την εξώπορτα, και δεν μπορεί να σε πλησιάσει!»
Η εκ νεκρών ανάσταση του βλάσφημου πεθερού.
Άλλοτε μου είπε ο Γέροντας Παϊσιος :
‘‘Γίνονται και σήμερα θαύματα’’. Και μου αφηγήθηκε: ‘‘Όταν βρισκόμουνα στη Σκήτη της Ι.Μ. Ιβήρων, ένα απόγευμα μ’ επισκέφθηκε κάποιος προσκυνητής πολύ στενοχωρημένος. Τον ρώτησα: «Γιατί είσαι στενοχωρημένος» Εκείνος απάντησε: «Από ηλικίας οκτώ ετών έμεινα ορφανός. Δουλεύω στο λιμάνι του Πειραιά ως εκφορτωτής. Εκεί ακούω από τους συναδέλφους μου βλαστήμιες και στενοχωριέμαι πολύ. Πήγαινα στο σπίτι μου και μόνο εκεί ηρεμούσα. Στο εικοστό πέμπτο έτος της ηλικίας μου παντρεύτηκα. Ο πεθερός μου, όμως, που έμενε μαζί μας, ήταν πολύ βλάσφημος.. Έτσι και μετά το γάμο, έγινε πολύ μαρτυρική η ζωή μου. Μια μέρα γυρνώντας από την δουλειά μου, βρήκα τον πεθερό μου στο φέρετρο, νεκρό. Στενοχωρήθηκα πολύ, γιατί έφυγε χωρίς εξομολόγηση. Δακρυσμένος σήκωσα τα μάτια και τα χέρια μου προς τον ουρανό και με παράπονο είπα: ‘‘Γιατί Θεέ μου πήρες το πλάσμα σου χωρίς εξομολόγηση;’’ ‘Ο Κύριος εισάκουσε την προσευχή μου και ο νεκρός αναστήθηκε. Οι παρευρισκόμενες γυναίκες έντρομες έφυγαν. Εγώ αμέσως εξαφάνισα τα λουλούδια. Εξήγησα τότε στον πεθερό μου ότι ήταν νεκρός και αναστήθηκε. Μετά από προτροπή μου εξομολογήθηκε και κοινωνούσε. Έζησε έτσι για δέκα χρόνια χριστιανικής ζωής και έπειτα κοιμήθηκε»’’.
* * *
Ένα κομποσχοίνι που κάνεις για τον αδελφό σου, για τον συγγενή σου, δεν πάει χαμένο. Ο Θεός θα τον βοηθήσει, όταν βρεθεί σε δύσκολη θέση. Το κομποσχοίνι, όχι βοηθάει, αλλά και ψυχή από την κόλαση μπορεί να βγάλει! Τόση δύναμη έχει η προσευχή.
Εγώ μνημόνευα τον παππού μου, ο οποίος ήτο ιερεύς. Του έκανα πολλά κομποσχοίνια, και παρακαλούσα το Θεό λέγοντας: «Κύριε, τόσες λειτουργίες σου έκανε, τόσες εξομολογήσεις κλπ., ελέησον αυτόν». Τούτο έπραττα επί καιρόν.Ένα βράδυ τον είδα εις τον ύπνο μου (όραμα• ήτο αποκάλυψις Θεού), να με φιλεί και να μου λέει: «Ευχαριστώ, παιδί μου, τώρα βρίσκομαι σε καλύτερη θέση!» Τότε βλέπω και τη γιαγιά μου, να με πιάνει από το χέρι και να μου λέει: «Παιδί μου, προσευχήσου και για μένα, ίνα πάω εκεί που είναι και ο παππούς σου τώρα». Ήταν ολοζώντανο αυτό που έβλεπα. Αισθανόμουνα ότι ήσαν νεκροί.
* * *

ΣΟΦΕΣ ΚΟΥΒΕΝΤΕΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ