Στη Μάντουα, πόλη της Βορείου Ιταλίας έφεραν στο φως τους σκελετούς ενός άντρα και μιας γυναίκας που ο τρυφερός εναγκαλισμός τους διήρκεσε για πάνω από 5.000 χρόνια.
Το εύρημα έχει δημιουργήσει αίσθηση στους αρχαιολόγους, καθώς είναι η πρώτη φορά που ανακαλύπτονται ένας άντρας και μια γυναίκα σε αυτή τη στάση. Κατά καιρούς έχουν βρεθεί γυναίκες να κρατούν παιδιά, αλλά ποτέ ζευγάρι.
Μια θεωρία για τον τρόπο που πέθανε το αιώνια ερωτευμένο ζευγάρι, είναι ότι ο άντρας σκοτώθηκε πρώτος και η γυναίκα θυσιάστηκε ούτως ώστε η ψυχή της να ακολουθήσει την μετέπειτα ζωή. Τα ευρήματα δίνουν προτεραιότητα σε αυτή τη εκδοχή καθώς, έπειτα από μια πρώτη έρευνα των επιστημόνων, η σπονδυλική στήλη του άντρα έχει τρυπηθεί από ένα βέλος, ενώ η γυναίκα έχει καρφωμένη μια αιχμή βέλους στο πλευρό της. Το επόμενο βήμα των αρχαιολόγων είναι να προσδιορίσουν την ηλικία που πέθαναν και πότε ακριβώς. «Από μία πρώτη εξέταση φαίνεται ότι ήταν νέοι, καθώς τα δόντια τους δεν είναι φθαρμένα
Και αν 5.000 χρόνια πρίν , όταν ακόμη δεν είχε
σαρκωθεί στη γη η Αιώνια Αγάπη , ο Ι.Χριστός ,
οι άνθρωποι μπορούσαν και βίωναν την αγάπη
και την πίστη μέχρι αυτοθυσίας εμείς σήμερα τι
έχουμε να απολογηθούμε με τόσα διαζύγια και
ναυάγια αγάπης;(Εφημ.ΕΘΝΟΣ 08-02-07)
* * *
ΑΝΑΛΟΓΗ μέ τήν θυσία και μέ τήν προσευχή πού κάνει κανείς για τον συνάνθρωπο του, είναι και ή βοήθεια που λαμβάνει από τον Θεό. Μια φορά πού πήγαινα αργά το απόγευμα στό Καλύβι του Παπα-Τύχωνα - το ετοίμαζα τότε, γιά νά μείνω εκεί-μέ σταμάτησε στον δρόμο κάποιος πού είχε πολλά προβλήματα. Στάθηκα όρθιος, φορτωμένος μέ τον τουρβά γεμάτο πράγματα και τόν άκουγα· ψιχάλιζε κιόλας. Νύχτωσε και εκείνος έλεγε-έλεγε συνέχεια. Ψιχάλα - ψιχάλα, είχαμε γίνει μούσκεμα. Κάποια στιγμή μου ήρθε ό λογισμός: «Πώς θα βρω το Καλύβι; Νύχτα, λάσπη, το μονοπάτι δύσκολο, δεν έχω και φακό, άλλα πώς νά τόν διακόψω;». Τόν ρώτησα που θά μείνει, μου είπε σέ ένα κοντινό Κελλί. Σταθήκαμε λοιπόν εκεί μέχρι τά μεσάνυχτα. Μόλις χωρίσαμε και πήρα το μονοπάτι, γλίστρησα κι έπεσα μέσα στα βάτα. Τά παπούτσια έφυγαν κάτω, ό τουρβάς πιάστηκε στά κλαδιά, το ζωστικό μαζεύτηκε στον λαιμό. Δέν έβλεπα τίποτε. Όποτε είπα: «Καλύτερα ας μείνω εδώ και ας αρχίσω το Απόδειπνο. Θά κάνω και το Μεσονυκτικό και τον Όρθρο, θά φωτίσει και θά βρω το Κελλί μου. "Αραγε αυτός ό καημένος θά βρει τόν δρόμο του;». Μόλις έφθασα στό «Έλέησόν με ό Θεός κατά τό μέγα ελεός σου», ξαφνικά, ένα φώς, σάν προβολέας, φώτισε όλον τόν λάκκο της Καλιάγρας! Βρήκα τά παπούτσια και ξεκίνησα. Όλο το μονοπάτι ήταν μέσ' στό φώς. "Εφθασα στό Καλύβι, βρήκα και τό κλειδί από το λουκέτο, πού ήταν τόσο μικρό καί τό είχα βάλει σέ τέτοιο μέρος πού, καί μέρα νά ήταν, δύσκολα θά τό έβρισκα. Μπήκα μέσα, άναψα τά καντήλια στο εκκλησάκι, καί τότε χάθηκε εκείνο τό φώς. Δέν χρειαζόταν άλλο!...
Να μην προσκυνάμε την καλοπέραση.
"Αν ξέρατε πώς ζουν μερικά γεροντάκια εκεί στό "Αγιον "Ορος, αλλά και τί χαρά νιώθουν! Να! ένα γεροντάκι, πού έμενε μόνο του ένα χιλιόμετρο πιο πέρα από το Καλύβι μου, τί αυταπάρνηση είχε! Το Καλύβι του ήταν ψηλά, σε ένα πολύ απότομο μέρος, και το καημένο αρκουδώντας κατέβαινε από το μονοπάτι γιά νά πάει σέ ένα άλλο γεροντάκι πιο κάτω, όταν χρειαζόταν κάτι. "Ηθελαν νά τό πάρουν νά τό γηροκομήσουν, αλλά δεν δεχόταν, και όλοι μετά έλεγαν: «αυτός είναι πλανεμένος», γιατί καθόταν μόνος του εκεί. Μιά μέρα πού ήρθε στό Καλύβι, μου είπε γιά ποιόν λόγο δέν ήθελε νά φύγει:
"Οταν ζούσε ό Γέροντας του, τό Καλύβι τους δέν είχε Ναό και εκείνος παρακαλούσε τόν Γέροντα του νά κάνουν Ναό. «"Ας κάνουμε Ναό, του είπε τελικά ό Γέροντας του, άλλα μετά δέν πρέπει ποτέ νά φύγεις άπό 'δώ, γιατί θά μένει στό Ιερό ο Φύλακας "Αγγελος και δέν κάνει νά τόν αφήσεις μόνον». Τότε αυτός του υποσχέθηκε ότι θά μείνει γιά πάντα στό Καλύβι, και έτσι έκαναν τόν Ναό. Τελευταία είχε γκρεμισθεί και τό Κελλί του και έμενε μέσα στην εκκλησία -κοιμόταν σέ ένα στασίδι. Τέτοια αυταπάρνηση! Είχα φροντίσει νά έχει μερικά ρούχα, γιά νά αλλάζει τουλάχιστον, γιατί υπέφερε από τά έντερα και είχε κοψίματα. Μια μέρα έστειλα έναν γνωστό γιατρό νά πάει νά τόν δει. Πήγε με έναν άλλον, χτυπούν, ξαναχτυπούν, τίποτε. Όταν άνοιξαν, τόν βρήκαν πεθαμένο στό στασίδι πού έμενε, σκεπασμένο μέ μιά κουβέρτα. Έκει ανεπαύθη έν Κυρίω!
Ή σκληρότητα στην ζωή μας γιά τήν αγάπη του Χριστού φέρνει στην καρδιά την τρυφεράδα τού Χριστού. Οι θείες ηδονές γεννιούνται από τις σωματικές οδύνες. Οι Πατέρες έδωσαν αίμα και έλαβαν πνεύμα.
-ΓΕΡΟΝΤΑ , πώς είναι ή κόλαση;
- Θά σου πώ μια ιστορία πού είχα ακούσει. Κάποτε ένας απλός άνθρωπος παρακαλούσε τον Θεό νά του δείξει πώς είναι ό Παράδεισος και ή κόλαση. Ένα βράδυ λοιπόν στον ύπνο του άκουσε μια φωνή νά του λέει: «Έλα, νά σου δείξω την κόλαση». Βρέθηκε τότε σέ ένα δωμάτιο, όπου πολλοί άνθρωποι κάθονταν γύρω από ένα τραπέζι και στην μέση ήταν μιά κατσαρόλα γεμάτη φαγητό. "Ολοι όμως οι άνθρωποι ήταν πεινασμένοι, γιατί δεν μπορούσαν νά φάνε. Στά χέρια τους κρατούσαν άπό μιά πολύ μακριά κουτάλα· έπαιρναν από τήν κατσαρόλα τό φαγητό, αλλα δέν μπορούσαν νά φέρουν τήν κουτάλα στο στόμα τους. Γι’ αυτό άλλοι γκρίνιαζαν, άλλοι φώναζαν, άλλοι έκλαιγαν... Μετά άκουσε τήν ίδια φωνή νά του λέει: «Έλα τώρα νά σου δείξω καί τόν Παράδεισο». Βρέθηκε τότε σέ ένα άλλο δωμάτιο όπου πολλοί άνθρωποι κάθονταν γύρω από ένα τραπέζι ίδιο με τό προηγούμενο καί στην μέση ήταν πάλι μιά κατσαρόλα μέ φαγητό καί είχαν τις ίδιες μακριές κουτάλες. "Ολοι όμως ήταν χορτάτοι καί χαρούμενοι, γιατί ό καθένας έπαιρνε μέ τήν κουτάλα του φαγητό από τήν κατσαρόλα καί τάϊζε τόν άλλον. Κατάλαβες τώρα κι εσύ πώς μπορείς νά ζεις από αυτήν τήν ζωή τόν Παράδεισο;
Όποιος κάνει τό καλό, αγάλλεται, διότι αμείβεται μέ θεϊκή παρηγοριά. "Οποιος κάνει τό κακό, υποφέρει καί κάνει τον επίγειο παράδεισο επίγεια κόλαση. Έχεις αγάπη, καλωσύνη; Είσαι άγγελος καί, όπου πάς ή σταθείς, μεταφέρεις τόν Παράδεισο. Έχεις πάθη, κακία; Έχεις μέσα σου τόν διάβολο καί, όπου πάς ή σταθείς, μεταφέρεις τήν κόλαση. Άπό έδώ αρχίζουμε νά ζούμε τόν Παράδεισο ή τήν κόλαση.
(ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ εκδ. Ι.Μονή Σουρωτής-Θεσσαλονίκη)
* * *
«Ο ΙΟΥΛΙΑΝΟΣ ο Παραβάτης, γνωρίζοντας ότι οι Χριστιανοί εξαγνίζονται δια της νηστείας την πρώτη εβδομάδα της αγίας τεσσαρακοστής, γιαυτό και εμείς την καλούμε καθαρή εβδομάδα, θέλησε λοιπόν τότε να μολύνει αυτούς. Γι’αυτό και προσέταξε κρυφά να τεθούν στην αγορά τις ημέρες εκείνες φαγητά μιασμένα από τα αίματα των ειδωλικών θυσιών Αλλά με θεία θέληση φάνηκε ο Μάρτυρας Θεόδωρος στον τότε αρχιεπίσκοπο Κων/πόλεως Ευδόξιο και αφού του φανέρωσε την πονηριά του παρήγγειλε να συγκαλέσει τους πιστούς ευθύς το πρωί της Δευτέρας και να εμποδίσει σ’αυτούς την χρήση εκείνης της τροφής αναπληρώνοντας την με κόλλυβα και έτσι ο μεν σκοπός του Παραβάτου ματαιώθηκε, ενώ ο ευσεβής λαός διεφυλάχθηκε αμόλυντος...(Ωρολόγιον το Μέγα σελ 446)
συνελήφθη στην Αλεξάνδρεια μιά όμορφη χριστιανή κόρη, πού λεγόταν Ποταμίαινα. Ή Ποταμίαινα ήταν δούλη κάποιου ακόλαστου ειδωλολάτρη, πού προσπαθούσε με ποικίλους τρόπους νά τήν πείσει νά υποχώρηση στους ανήθικους σκοπούς του. Τελικά την παρέδωσε στον έπαρχο καί τόν δωρο-δόκησε μέ πολλά χρήματα λέγοντας του:
— "Αν υποχώρησει στά θελήματα μου, άφησε την ελεύθερη. "Αν όμως έπιμένει στην άρνηση της, τιμώρησε τη σκληρά.
Ό έπαρχος πάσχισε μέ διάφορα τιμωρητικά όργανα νά τή φοβίσει. Μεταξύ των άλλων, διέταξε ν' ανάψουν ένα μεγάλο καζάνι, γεμάτο πίσσα. Ένώ ή φωτιά φούντωνε καί ή πίσσα άρχισε νά κοχλάζει, ό δικαστής της είπε:
— Ή πήγαινε καί υποτάξου στον κύριο σου, ή διατάζω νά σέ πετάξουν μέσα!
Εκείνη δέν δείλιασε μπροστά στό φρικτό μαρτύριο καί αποκρίθηκε μέ γενναιότητα:
— 'Αλλοίμονο, όταν ό ίδιος ό δικαστής μας προτρέπει στή διαφθορά!
Ό έπαρχος θύμωσε καί διέταξε νά τή ρίξουν αμέσως στό καζάνι. Τότε ή νεαρή μάρτυς φώναξε δυνατά:
"Αν έτσι αποφάσισες, διάταξε νά μέ βυθίσουν στην πίσσα σιγά-σιγά. Θά διαπιστώσεις πόση δύναμη χαρίζει ο Χριστός στους δούλους Του.
Έτσι και έγινε! Η αγία Ποταμίαινα καιγόταν για πολλή ώρα, μέχρις ότου παρέδωσε την ηρωϊκή και αμόλυντη ψυχή της στον Ι..Χριστό
«Μήν αγνοείς ποτέ ότι κάποιος ή κάποιοι σέ βοήθησαν, έστω καί με μία καλή κουβέντα... Δούλευε τίμια καί ευσυνείδητα καί μή φοβάσαι κατηγορίες. Μόνο οί ανίκανοι καί οι τεμπέληδες φοβούνται. Γιά νά επιτύχεις, ερωτεύσου τό έργο σου καί πίστευε σ' αυτό. Έργάσου σάν νά είσαι αθάνατος. Νά σκέφτεσαι όμως καί τους γύρω σου σάν θνητός. Γιά κάθε πράξη σου πρόσεχε όχι μόνο τι καινούργιο δημιουργείς, άλλα καί τί παλιό ξεθεμελιώνεις. Ζύγιζε τους ανθρώπους από τις απαντήσεις πού σου δίνουν καί όχι άπό τό αξίωμά τους».
(Βιομήχανος Έλ Μουζάκης «Αυτοβιογραφία)
Ακόμα καί γιά τά πιό επικίνδυνα όντα έβαζε καλό λογισμό.
Τόν κύριο Μ.... από την Κ.... τόν βασάνιζε πολύ τό πάθος της μνησικακίας. Όταν κάποιος του έκανε ένα κακό αμέσως μετά εκείνος άρχιζε μέσα του νά παιδεύεται από τό λογισμό: «"Επρεπε νά του πώ αυτό!», «Νά δεις τι θά του κάνω εγώ!» καί με λίγα λόγια καταλάμβανε τήν ψυχή του ή οργή. Αυτό τό πάθος τόν βασάνιζε πάρα πολύ" όμως, όσο κι αν προσπαθούσε, μάταια κοπίαζε νά τό αποβάλει. Αποφάσισε, λοιπόν, νά έρθει στό "Αγιον Όρος καί νά δει τόν Γέροντα Παϊσιο.
Καθώς κατηφόριζε προς τό κελί, στό μέσον σχεδόν της διαδρομής καί μέσα στην μέση του μονοπατιού, ήταν κουλουριασμένη μιά οχιά. Ό Μ.... σταμάτησε φοβισμένος κι αφού πήρε μερικές πέτρες στά χέρια του, άρχισε νά χτυπά τό φίδι τό όποιο μισοσκοτωμένο γλύστρησε μέσα στους θάμνους καί χάθηκε. Ό Μ.... συνέχισε τήν πορεία του και σέ λίγη ώρα έφτασε στό κελί του Γέροντα. Εκείνος του άνοιξε, τόν κέρασε καί τόν ρώτησε ποιος ήταν ό λόγος της επίσκεψης του.Ό Μ... μέ συντομία του εξήγησε ότι τόν βασάνιζε ή μνησικακία" ότι είχε σφοδρή επιθυμία νά ανταποδώσει τό κακό πού του έκαναν κι ότι είχε έρθει, γιά νά ζητήσει τήν δική του συμβουλή. Τότε ό Γέροντας του είπε:
-Βρέ ευλογημένε, εσύ πρίν λίγο, μόλις είδες στό μονοπάτι ένα φίδι, πρίν εκείνο σου κάνει τίποτα, πήρες τις πέτρες κι άρχισες νά τό χτυπάς, γιά νά τό σκοτώσεις! Κι αυτό τό καημένο έναν ολόκληρο χειμώνα ήταν μέσα στό σκοτάδι, μέσα στην υγρή γη καί τώρα βγήκε λίγο, γιά νά λιαστεί καί σύ μόλις τό είδες νά λιάζεται, άρχισες νά τό κτυπάς
Ό Μ.... θαύμασε βλέποντας πώς ό Γέροντας γνώριζε τά πάντα καί στην συγκεκριμένη περίπτωση τό περιστατικό μέ τό φίδι στό μονοπάτι, πού ούτε κανείς τό είχε δει καί φυσικά ούτε ήταν δυνατόν κανείς νά τόν πληροφορήσει, άλλα καί τήν καλοσύνη του Γέροντα, ό όποιος ακόμα καί γιά τά πιό επικίνδυνα όντα, τά φίδια, έβαζε καλό λογισμό. Ή καλοσύνη αυτή γινόταν έλεγχος στην ψυχή του Μ γιά τήν δική του σκληροκαρδία.
"Εφυγε άπό τόν Γέροντα άφου τόν ευχαρίστησε, υποσχόμενος ότι στό έξης θά προσπαθεί νά φιλοξενεί στην ψυχή του μόνο καλούς λογισμούς γιά όλους τους ανθρώπους καί γιά τά ζώα.
* * *
ΠΑΡΑ ΠΟΛΛΟΙ ερχόντουσαν στον Γέροντα Παϊσιο καί του διηγούντο κάποιο θαύμα του Αγ.Αρσενίου κι εκείνος με τήν σειρά του τους διηγείτο κάποιο άλλο. Θά αναφέρω εδώ μιά διήγηση, μικρό δείγμα των αποτελεσμάτων πού είχε τό βιβλίο αυτό, τό όποιο έγραψε ό Γέροντας:
Στό κελί του Αγίου Ε.... μονάζει ό μοναχός πατήρ Σ… ό όποιος αγαπούσε ιδιαίτερα τόν Γέροντα, Ώς νέος καί αρχάριος μοναχός πού ήταν, του έδειχνεό Γέροντας πατρική στοργή καί του είχε δώσει κι ένα μικρό τε-μάχιο άγιο λείψανο του Αγίου Αρσενίου, τό όποιο είχε τοποθε-τήσει μέσα στον επιστήθιο σταυρό του.
Μιά μέρα τόν επισκέφθηκε ένας κοσμικός φίλος του, τόν όποιο καί φιλοξένησε εκεί. Τό βράδυ ό φίλος του από επήρεια του πονηρού άρχισε νά φοβάται πολύ, χωρίς κανένα λόγο, τον έπιασε ταραχή, έτρεμε τό σώμα του ολόκληρο. Όταν τόν είδε έτσι ό πατήρ Σ.... στενοχωρήθηκε, αλλά αμέσως θυμήθηκε το λείψανο του Αγίου Αρσενίου καί μέ πολλή πίστη έβγαλε τον σταυρό του από τό στήθος του καί σταύρωσε τό φίλο του. Αυτόματα σταμάτησε ό κλονισμός καί εξαφανίστηκε ό φόβος. Ό πατήρ Σ ήταν γεμάτος χαρά καί δόξαζε τόν Θεό, πού μέ τους αγίους Του επεμβαίνει αμέσως σ' όσους πιστά τόν επικαλούνται.
Τήν άλλη μέρα, γεμάτος χαρά, κατέβηκε στον Γέροντα και του διηγήθηκε τό θαυμαστό αυτό γεγονός. Κι εκείνος, θέλοντας κοά λίγο νά τόν βοηθήσει του λέει:
-Γι' αυτό τό μικρό θαύμα κάνεις έτσι; Έδώ, νά σου διηγηθώ εγώ ένα, νά δεις τί κάνει ό "Αγιος Αρσένιος!
Στην Αθήνα είναι ένας έμπορος ύαλοπώλης, πού τόν λένε ... Μιά μέρα, λοιπόν, είχε ξεχάσει τά κλειδιά πάνω στό αυτοκίνητο του και κάποιοι επιτήδειοι του τό έκλεψαν. Μόλις διαπίστωσε την κλοπή αμέσως έτρεξε μέσα στο δωμάτιο του μπροστά στην εικόνα του Αγίου Αρσενίου καί μέ πίστη πολλή του είπε: «Έσύ, "Αγιε Αρσένιε, πού κοκάλωνες τους Τούρκους κοκά-λωσε καί τό αυτοκίνητο!» Έν τω μεταξύ οί κλέφτες εκείνη τήν στιγμή βρισκόντουσαν σ' ένα πολυσύχναστο δρόμο καί ξαφνικά τό αυτοκίνητο στην μέση του δρόμου σταμάτησε. Κατέβηκαν κάτω καί προσπαθούσαν νά τό βάλουν μπροστά καί στην προσπάθεια τους πάνω έβριζαν πολύ τά θεία. Επειδή όμως τό αυτοκίνητο δέν έπαιρνε μπροστά καί είχαν δυσκολέψει τήν κυκλοφορία, τό παράτησαν στην μέση του δρόμου καί τό 'βαλαν στά πόδια, για νά μήν τους πιάσουν. Οί άλλοι οδηγοί, καθώς δεν μπορούσαν νά περάσουν εξ ‘αιτίας του σταματημένου αυτοκινήτου, κάλεσαν τήν αστυνομία, ή οποία, όταν πήγε, διαπίστωσε ότι τό αυτοκίνητο είχε κλαπεί καί ειδοποίησε αμέσως τόν ιδιοκτήτη. "Ενα κοριτσάκι, πού ήταν εκεί καί είχε παρακολουθήσει όλη τήν σκηνή με τους κλέφτες καί τίς προσπάθειες πού κατέβαλαν, γιά νά βάλουν μπρος τό αυτοκίνητο, όταν είδε τους αστυνομικούς είπε: «Καλά τό κατάλαβα εγώ ότι δέν ήταν δικό τους τό αυτοκίνητο. Γιατί, ενώ ήταν γεμάτο εικόνες, αυτοί έβριζαν τόν Κύριο μας καί τήν Παναγία μας στην προσπάθεια τους νά τό βάλουν μπροστά!»
Βέβαια, τό αυτοκίνητο αμέσως μετά «ξεκοκάλωσε» δι' ευχών του Αγίου Αρσενίου, πού τό είχε «κοκαλώσει»!
Τό περιστατικό, όμως αυτό έχει καί μιά χαριτωμένη συνέχεια, πού ό Γέροντας τήν παρέλειψε.
Ό κύριος Α…μετά από αυτό τό γεγονός ανέβηκε στό Όρος καί ήρθε να δει τόν Γέροντα. Είχε μέσα του μιά απορία: «Άραγε ό Γέροντας είχε
πληροφορηθεί γιά τό γεγονός αυτό;» Όταν έφτασε έξω από τήν πόρτα του Γέροντα μόλις συναντήθηκαν καί χαιρετήθηκαν, λέει ό Γέροντας χαμογελώντας, χωρίς ό Α.... νά του αποκαλύψει τίποτα προηγουμένως: - Βρέ ευλογημένε, άλλη φορά εξω από τό αυτοκίνητο σου νά βάζεις μιά πινακίδα καί νά κάνεις κι ένα βέλος, γιά νά δείχνει πού είναι τά κλειδιά του αυτοκινήτου, γιά.... νά μήν παιδεύονται οί καημένοι οί κλέφτες καί ψάχνουν!»
Ό Γέροντας είχε δει πολλές φορές τόν "Αγιο Αρσένιο. Μέσα στό βιβλίο του μέ τίτλο «Ό "Αγιος Αρσένιος ό Καππαδόκης» διηγείται πολλά περιστατικά καί αξίζει νά τό διαβάσει καθένας από μας, γιατί είναι γραμμένο από τόν ίδιο τόν Γέροντα καί βλέπει κανείς μέσα σ' αυτό σάν σέ καθρέφτη καί τήν ψυχή του μακαριστού Γέροντα ξεχειλισμένη από ευλάβεια, ταπείνωση καί αγάπη.(ΣΚΕΥΟΣ ΕΚΛΟΓΗΣ εκδ.Ιερομ.Χριστοδούλου)
* * *
ΣΥΜΦΩΝΑ με την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία, οι γεννήσεις στην Ελλάδα σημείωσαν κατακόρυφη πτώση. Από τις 148.000, που ήταν το 1980, κατέβηκαν περίπου στις 105.000 το 2004
Τα τελευταία 14 χρόνια (σύμφωνα με την Ε-ΣΥΕ) οι γάμοι από 65.568 το 1991 κατέβηκαν στους 51.377 το 2004, ενώ αυξήθηκαν σημαντικά οι πολιτικοί από 5.858 (1991) σε 13.881 (2004). 0 δείκτης διαζυγίων αυξήθηκε και από 8% το 1984 έφτασε το 21% το 2004, ενώ οι γυναίκες αποκτούν πλέον το πρώτο τους παιδί σε ηλικία περίπου 29 χρονών, από 25 που ήταν το 1991. Παράλληλα αυξήθηκαν οι θάνατοι και από 53.000 που ήταν το 1951 έφτασαν τους 105.000 το 2004, όχι από νοσηρότητα, αλλά από γήρανση. Ετσι τριπλασιάστηκαν τα ηλικωμένα άτομα άνω των 65 χρόνων. Σήμερα οι νέοι είναι 10% λιγότεροι από τους ηλικωμένους ενώ το 1950 ήταν υπερτετραπλάσιοι των ηλικιωμένων.
Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, μια χώρα θεωρείται γερασμένη όταν το 7% στο σύνολο του πληθυσμού της είναι άνω των 65 ετών. Στη χώρα μας σήμερα το ποσοστό αυτό φτάνει περίπου στο 18%, ενώ σύμφωνα με εκτιμήσεις το 2025 θα φτάσει το 25%.(Εφημ.ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ)
-