Μια μέρα πού τον είχε επισκεφθεί στο Μοναστήρι ένας Μοναχός τον βρήκε καθισμένο σε μια άκρη του κελλιού του τον Παπα - Φιλάρετο να πιάνει το κεφάλι του. Ό Πατήρ Άνανίας με πόνο τον αγκάλιασε καί τον ρώτησε:
— Τί έχεις, Γέροντα; Τί έπαθες;
Καί ό Γέροντας απήντησε στενοχωρημένος: -Τέκνον μου, Άνανία, ούδένα πειρασμό είχα σήμερα, έγκατέλειψις Θεού!
Ό Αθλητής του Χρίστου Παπα - Φιλάρετος ήθελε να παλεύει κάθε μέρα με τους πειρασμούς, για να στεφανώνεται από τον Χριστό!
"Αλλη φορά πάλι, είχε ίδεΐ έναν λαϊκό καί του λέει:
-"Ε, κακομοίρη μου, εσύ δεν πάσχεις από σωματική αρρώστια. "Αδικα καταξοδεύτηκες στους γιατρούς. Εσένα ό σερσέμης(Διάβολος) σε βασανίζει.
Εκείνος του είπε:
-Κάνε προσευχή, Γέροντα, να απαλλαχτώ.
Καί ό Παπα - Φιλάρετος του απήντησε:
-Θα κάνω εγώ προσευχή, παιδί μου, αλλά καί εσύ να νηστέψης, γιατί έτσι μόνο φεύγει το δαιμόνιο, με νηστεία καί προσευχή" το είπε ό Χριστός μας.
Ό βασανισμένος άνθρωπος έκανε υπακοή καί έγινε καλά με την νηστεία πού έκανε ό ίδιος καί την νηστεία καί προσευχή του Αγίου Γέροντα."Οταν πια γέρασε ό Παπα - Φιλάρετος, αρρώστησε λίγο, γιατί οι σωματικές του δυνάμεις τον είχαν εγκαταλείψει. Οί Πατέρες της Μονής από αγάπη τον ανάγκασαν να πάη σε Νοσοκομείο στην Θεσσαλονίκη, για να έξετασθή. Ό Γέροντας δεν κατάλαβε πώς βρέθηκε στο Νοσοκομείο, γιατί ήταν ζαλισμένος καί από το ταξίδι, εκτός από την εξάντληση πού είχε. "Οταν συνήλθε, βλέπει για μια στιγμή να έρχονται οι Νοσοκόμες καί να τον πλησιάζουν. Ό Παπα - Φιλάρετος, μόλις τις είδε στα άσπρα ντυμένες καί με εκείνα τα καπελάκια, νόμιζε ότι είναι "Αγγελοι με φωτοστέφανο και από ευλάβεια έκρυβε το πρόσωπο του με το σεντόνι. "Ολοι γύρω του τά’χασαν καί θαύμασαν για την καθαρότητα του ΓέρονταΤον μετέφεραν μετά στην Μετάνοια του, και άνεπαύθη εν Κυρίω. Την ευχή του να έχουμε. Αμήν,
(Αγιορείτες και Αγιορείτικα.- π.Παϊσίου..Εκδ.Ι.Ησ.Αγ.Ι.Θεολόγου. Σουρωτή- Θεσσαλονίκη.-)
* * *
Οι μέλισσες και οι μύγες
Γνώρισα εκ πείρας ότι σ' αυτή τη ζωή οι άνθρωποι είναιχωρισμένοι σε δυο κατηγορίες. Τρίτη δεν υπάρχει, ή στη μιαθα είναι ή στην άλλη. Ή μια, λοιπόν, κατηγορία των ανθρώπωνμοιάζει με τη μύγα. Ή μύγα έχει την εξής ιδιότητα: να πηγαίνειπάντα καί να κάθεται σε ό,τι βρώμικο υπάρχει. Για παράδειγμα,αν ένα περιβόλι είναι γεμάτο λουλούδια, πού εύωδιάζουν, καίσε μια άκρη του περιβολιού κάποιο ζώο έχει κάνει μια ακαθαρσία, τότε μια μύγα, πετώντας μέσα σ' αυτό το πανέμορφο περιβόλι, θα πετάξει πάνω άπ' όλα τα άνθη καί σε κανένα δεν θα κα-θήσει. Μόνο όταν δει την ακαθαρσία, τότε αμέσως θα κατέβεικαί θα καθήσει πάνω σ' αυτήν καί θα αρχίσει να την ανασκαλεύει, άναπαυόμενη στη δυσωδία πού προκαλείται από το ανακάτεμα αύτό' καί δε θα ξεκολλά από εκεί.
"Αν τώρα έπιανες μια μύγα, καί αυτή μπορούσε να μιλήσει καί τη ρωτούσες να σου πει μήπως ξέρει αν πουθενά υπάρχουν τριαντάφυλλα, τότε εκείνη θα απαντούσε πώς δε γνωρίζει καν τί είναι αυτά. «Εγώ, θα σου πει, ξέρω που υπάρχουν σκουπίδια, τουαλέτες, ακαθαρσίες ζώων, μαγειρεία, βρωμιές». Ή μία λοιπόν μερίδα των ανθρώπων μοιάζει με τη μύγα. Είναι ή κατηγορία των ανθρώπων πού έχει μάθει πάντα να σκέφτεται καί να ψάχνει να βρει ‘ο,τι κακό υπάρχει, αγνοώντας καί μη θέλοντας ποτέ να σταθεί στο καλό.
Ή άλλη κατηγορία των ανθρώπων μοιάζει με τη μέλισσα. Ή ιδιότητα της μέλισσας είναι να βρίσκει καί να κάθεται σε ό,τι καλό καί γλυκό υπάρχει. "Ας ποϋμε, για παράδειγμα, πώς σε μια αίθουσα, πού είναι γεμάτη ακαθαρσίες έχει κάποιος τοποθετήσει σε μια γωνιά ένα λουκούμι. "Αν φέρουμε εκεί μια μέλισσα, εκείνη θα πετάξει καί δεν θα καθήσει πουθενά έως ότου βρει το λουκούμι" καί μόνον εκεί θα σταθεί.
"Αν πιάσεις τώρα τη μέλισσα καί τη ρωτήσεις που υπάρχουν σκουπίδια, αύτη θα σου πει ότι δεν γνωρίζει. Θα σου πει «έκεί υπάρχουν γαρδένιες, εκεί τριανταφυλλιές, εκεί θυμάρι, εκεί μέλι, εκεί ζάχαρη, εκεί λουκούμια» καί γενικά θα είναι γνώστης όλων των καλών καί θα έχει παντελή αγνοία όλων των κακών. Αυτή είναι ή δεύτερη ομάδα, των ανθρώπων εκείνων πού έχουν καλούς λογισμούς καί σκέπτονται καί βλέπουν τα καλά.
Όταν σ1 ένα δρόμο βρεθούν να περπατούν δύο άνθρωποι, οι όποιοι ανήκουν στίς δύο αυτές κατηγορίες, τότε, φτάνοντας στο σημείο εκείνο όπου ένας τρίτος έκανε την «ανάγκη» του, ό άνθρωπος της πρώτης κατηγορίας, θα πάρει ένα ξύλο καί θ' αρχίσει να σκαλίζει τίς ακαθαρσίες.
Όταν όμως περάσει ό άλλος, της δεύτερης κατηγορίας, πού μοιάζει με τη μέλισσα, προσπαθεί να βρει τρόπο να τίς σκεπάζει με χώμα καί με καμιά πλάκα, για να μην αισθανθούν καί οι άλλοι περαστικοί τη δυσωδία αυτή, πού προέρχεται από τίς βρωμιές. Καί κατέληξε ό Γέροντας;
- Εγώ σε όσους έρχονται καί μου κατηγορούν τους άλλους - καί με δυσκολεύουν - τους λέω αυτό το παράδειγμα καί τους υποδεικνύω να διαλέξουν σε ποια κατηγορία θέλουν να βρίσκονται..καί αναλόγως να ψάξουν να βρουν καί τους ανάλογους ανθρώπους της κατηγορίας τους.
(Ο ΓΕΡΩΝ ΠΑΪΣΙΟΣ Ιερομ. Χριστοδούλου, Αγιορείτου. Ι.Γυν.Ησυχ.Παναγία η Φοβερά Προστασία-Χαλκιδική)
* * *
Κάποτε π.Πορφύριος είχε μπεί ο σε ένα ταξί μαζί με τρία πνευματικά του παιδιά. Ο οδηγός του ταξί άρχισε στη διαδρομή να καταφέρεται εναντίον των κληρικών και να τους κατηγορεί για χίλια δυο πράγματα. Και κάθε φορά πού έλεγε κάτι, απευθυνόταν στους τρεις λαϊκούς, οί όποιοι κάθονταν στο πίσω μέρος του ταξί και τους ρωτούσε: «Έτσι δεν είναι, βρε παιδιά; Τί λέτε κι έσεϊς;» Εκείνοι, όμως, τσιμουδιά· δεν έλεγαν τίποτε, κατά την εντολή του Γέροντος.
Αφού είδε κι απόειδε ό οδηγός ότι δεν του απαντούσαν οί άλλοι, στράφηκε στο Γέροντα Πορφύριο και του είπε: «Έτσι δεν είναι, παππούλη; Τί λες κι εσύ; Δεν είναι αλήθεια αυτά τα πράγματα, πού τα γράφουν κι οί εφημερίδες;».
Του λέει τότε ό π. Πορφύριος: «Παιδί μου, θα σου πω μια μικρή ιστορία. Θα σου την πω μια φορά· δε θα χρειαστεί δεύτερη».
Κι άρχισε να του διηγείται: «Ήταν ένας άνθρωπος από το τάδε μέρος {ό Γέροντας το ανέφερε), πού είχε ένα ηλικιωμένο γείτονα, ό οποίος είχε ένα μεγάλο κτήμα. Μια νύκτα τον σκότωσε και τον έθαψε. Στή συνέχεια, με διάφορα πλαστά χαρτιά, πήρε το κτήμα του γείτονα του και το πούλησε. Και ξέρεις τί αγόρασε με τα χρήματα, τα όποια πήρε πουλώντας αυτό το κτήμα; Αγόρασε ένα ταξί».
Μόλις άκουσε αύτη την αφήγηση ό οδηγός του ταξί τόσο πολύ συγκλονίστηκε, πού σταμάτησε το αύτοκίνητο στην άκρη του δρόμου και φώναξε: «Μη πεις τίποτε, παππούλη· μόνο εγώ το ξέρω αυτό κι εσύ».
«Το ξέρει κι ό Θεός», του απάντησε ό Γέρων Πορφύριος. «Εκείνος μου το είπε, για να σου το πω. Και να φροντίσεις άπ' εδώ κι εμπρός ν' αλλάξεις ζωή».
(Ανθολόγιο Συμβουλών .Ι Ησυχ. Μεταμόρφωσις. τουΣωτήρος-Μήλεσι Αττικής)
Κάποτε είχαν πάει πάλι πολλοί Τούρκοι (Τσέτες), για να πατήσουν τα Φάρασα της Μ.Ασίας.
Στό χωριό οι άνδρες έλειπαν, άλλοι στα μακρινά κτήματα και άλλοι στα ταξίδια." Αναγκάσθηκε τότε ο πατέρας του π.Παϊσίου να μαζέψει τα μικρά παιδιά, μόνο για να δείξουν στόχο, γύρα από το Κάστρο ότι είναι πολλοί, και μετά τα έδιωξε, για να κρυφθούν. Μερικοί γέροι πού ήταν, και αυτοί σκόρπισαν, και τελικά έμεινε μόνος του με την απόφαση να σκοτωθεί καλύτερα παρά να δεί τους Τσέτες στο χωριό. Είχαν τελειώσει όμως οι σφαίρες του και μετά τον έπιασαν ζωντανό οί Τούρκοι. "Αφού τον έδεσαν γερά, τον πήγαν στο σπίτι του και τον ανέβασαν στο δώμα (ταράτσα), οπου είχαν στήσει την κρεμάλα του. Εκεί τον βασάνιζαν, για να τους δώσει ο,τι είχε, και μετά να τον τελειώσουν. Εκείνη την στιγμή πού τον βασάνιζαν, δεν ξέρει πώς του ήρθε, είπε στους Τούρκους: «Ό,τι έχω, τα έχω στον Χατζεφεντή».
Οί Τούρκοι δεν χασομερούν και τον πηγαίνουν στον Πατέρα Αρσένιο. "Όταν άνοιξε την πόρτα του ό Πατήρ και είδε αυτή την σκηνή, πολύ πληγώθηκε και μάλωσε τους Τούρκους, πού τον είχαν δεμένο, για να τον ελευθερώσουν γρήγορα, και μάλιστα τους είπε και «παλιότουρκους». Ό αρχηγός τους θύμωσε και τράβηξε το χατζάρι του, για να κόψη τον Χατζεφεντή. Ό Χατζεφεντής τότε λέγει στον Τούρκο Καπετάνιο:
- Γρήγορα κατέβασε το χέρι σου κάτω ξερό.
'Ώ του θαύματος! Το χέρι του Τούρκου κατέβηκε ξερό κάτω αγκυλωμένο και το χατζάρι του έπεσε καταγής. "Οταν είδαν αυτό οί άλλοι Τούρκοι της συμμορίας, άρχισαν να τρέμουν από φόβο και ο αρχηγός με κλάματα να παρακαλεί να του κάνη καλά το χέρι του. Ό Πατήρ "Αρσένιος τότε του σταύρωσε το χέρι του και το θεράπευσε. Και άφού έλυσαν τον Πρόεδρο, τους μάλωσε, για να μην ξαναπατήσουν στο χωριό. Πράγματι, από εκείνη την ημέρα δεν ξαναπάτησε εκείνη η συμμορία στο χωριό.
.(«Ο Άγ.Αρσένιος ο Καππαδόκης» Εκδ. Ι.Ησυχ.Ευαγγ.Ι. ο Θεολόγος-Θεσσαλονίκη
Κάθε άνθρωπος πού σε βλάπτει είναι θύμα του διαβόλου
Κάποια μέρα», άρχισε να λέει ο π.Πορφύριος «περπατάς ήσυχος στο δρόμο σου και βλέπεις τον αδελφό σου να προπορεύεται κι αυτός ήσυχα, αλλά σε μια στιγμή αντικρίζεις έναν κακό άνθρωπο, να πετάγεται ξαφνικά από μια πάροδο και με ένα μαχαίρι να ορμά κατεπάνω στον αδελφό σου, να τον κτυπά, να του τραβά τα μαλλιά, να τον πληγώνει και να τον ρίχνει κάτω ματωμένο, εσύ, μπροστά σ' αυτό το θέαμα, θα όργισθείς εναντίον του αδελφού σου ή θα τον λυπηθείς;» Παραξενεύθηκα με την ερώτηση του Γέροντα και τον ρώτησα κι εγώ με τη σειρά μου: Πώς είναι δυνατό να όργισθώ εναντίον του πληγωμένου αδελφού μου, πού έπεσε θύμα του κακοποιού; Ούτε καν πέρασε από το νου μου τέτοια σκέψη. Ασφαλώς και θα λυπηθώ καί θα προσπαθήσω να τον βοηθήσω όσο μπορώ. «Έ, λοιπόν», συνέχισε ό Γέροντας, «κάθε άνθρωπος, πού σε προσβάλλει, πού σε βλάπτει, πού σε συκοφαντεί, πού σε αδικεί με οποιοδήποτε τρόπο, είναι ένας αδελφός σου, πού έπεσε στα χέρια του κακοποιού διαβόλου. Εσύ, όταν αντικρίσεις τον αδελφό σου να σε αδικεί, τι πρέπει να κάνεις; Πρέπει να τον λυπηθείς πολύ, να τον συμπονέσεις καί να παρακαλέσεις θερμά καί σιωπηλά το Θεό, να στηρίξει εσένα, στη δύσκολη αυτή ώρα της δοκιμασίας σου καί να ελεήσει καί τον αδελφό σου, πού έπεσε θύμα του ληστού διαβόλου, κι ό Θεός θα βοηθήσει κι εσένα καί τον αδελφό σου. Διότι, αν δεν το κάνεις αυτό, αν, αντιθέτως, όργισθείς εναντίον του αδελφού σου, αντιτάσσοντας στην επίθεση του την αντεπίθεση σου, τότε ό διάβολος, πού βρίσκεται στο σβέρκο του αδελφού σου, πηδάει καί στο δικό σου σβέρκο καί σας χορεύει καί τους δύο.
* * *
Από την ποιότητα των λογισμών του φαίνεται ή πνευματική κατάσταση του ανθρώπου. Μια μέρα στο πάρκο μιας πόλης καθόντουσαν τρεις άνθρωποι καί συζητούσαν. Ξαφνικά πέρασε από μπροστά τους ένας νεαρός πολύ βιαστικός, σχεδόν τρέχοντας. Τότε καί στους τρεΐς μπήκε κι από ένας λογισμός.
Ό ένας σκέφτηκε: «Κάτι θα έκλεψε φαίνεται αυτός καί τρέχει, για να μην τον πιάσουν». Ό άλλος σκέφτηκε: «Φαίνεται κανένα ραντεβού θα έχει με καμιά κοπέλα καί άργησε και γι' αυτό τρέχει». Καί ό τρίτος: «Μάλλον θα είναι ψάλτης σε κάποια εκκλησία καί θα τρέχει να προλάβει να μην αρχίσουν». Βλέπετε, για το ίδιο πρόσωπο, τρεις άνθρωποι έβαλαν ξεχωριστό λογισμό. Μόνον όμως αυτός πού έβαλε καλή πρόθεση στο λογισμό του για τον αδελφό ωφελήθηκε, ενώ οί άλλοι βλάφτηκαν πνευματικά.
Οί λογισμοί είναι σαν τα αεροπλάνα, πού πετούν στον αέρα. "Αν δεν τους δώσεις σημασία, δεν υπάρχει πρόβλημα. Έμείς πρέπει νά προσέχουμε νά μην δημιουργούμε μέσα μας αεροδρόμιο καί προσγειώνονται!»
(Ο ΓΕΡΩΝ ΠΑΪΣΙΟΣ Ιερομ.Χριστοδούλου,Αγιορείτου Ι.Γυν.Ησυχ.Παναγία η Φοβερά Προστασία-Χαλκιδική)
* * *
Κάποτε, έλεγε ο π Αυγουστίνος ο Αγιορείτης , του είχε παρουσιασθεί ο διάβολος μέσα στο κελλί του σαν σκύλος φοβερός. Πετούσε φωτιές από τό στόμα του, καί όρμησε επάνω επάνω στον Γέροντα να τον πνίξει, γιατί καιγόταν, όπως του είπε, από τις προσευχές του. Ό Γερο - Αυγουστίνος τον άρπαξε και τον πέταξε αμέσως στον τοίχο καί του είπε:
-Κακέ διάβολε, γιατί πολεμάς τα πλάσματα Του Θεού;
Καί ό διάβολος δυνατός, αλλά καί εγώ γερός, τον κόλλησα στον τοίχο. Μετά όμως πολύ με έτυπτε ή συνείδηση μου, πού χτύπησα τον διάβολο. Περίμενα με αγωνία πότε να φωτίσει, για να πάω στον Πνευματικό μου να εξομολογηθώ, γιατί χτύπησα τον διάβολο. Μόλις φώτισε, πήγα , στον Πνευματικό μου, και εξομολογήθηκα. !Ο Πνευματικός μου όμως ήταν πολύ συγκαταβατικός καί δεν μου έβαλε καθόλου κανόνα, αλλά μου είπε να κοινωνήσω. Εγώ από τήν χαρά μου όλη τήν νύχτα έκανα κομποσχοίνι και μετά πήγα στην Θεία Λειτουργία καί κοινώνησα. "Οταν ό Ιερέας έβαζε τήν Αγία Λαβίδα στο στόμα μου, είδα τήν 'Αγία Κοινωνία κομμάτι Κρέας καί Αίμα καί τήν μασούσα, για να τήν καταπιώ. Παράλληλα ένιωθα καί μια μεγάλη αγαλλίαση, πού δεν μπορούσα να τήν αντέξω. Από τα μάτια μου έτρεχαν γλυκά δάκρυα, και τό κεφάλι μου φώτιζε σαν λάμπα. "Εφυγα δε γρήγορα, για να μη με ίδούν οί Πατέρες, καί τήν Θεία Ευχαριστία τήν διάβασα μόνος μου στο κελλί μου.
(Αγιορείται Πατέρες και Αγιορείτικα.π .Παϊσίου,εκδ.Ι.Μ.Ευαγγ.Θεολ.Σουρωτής-Θεσσαλονίκη)
Με την κατάθλιψη σου δημιούργησες προβλήματα καί στα παιδιά σου
Βυθισμένη στην κατάθλιψη, για το θάνατο του συζύγου της, μία κυρία, μπήκε δειλά στο κελί του Γέροντα Πορφυρίου. Τα πρώτα λόγια της ήταν: Γέροντα, έχασα τον άνδρα μου καί είμαι απελπισμένη. Ό Γέροντας της απάντησε: «Τον εαυτό σου έχασες, γιατί έχασες την πίστη σου. Δεν έχασες τον άνδρα σου. Του Θεοΰ ήταν καί τον πήρε, όπως θα πάρει κι εμάς. Βλέπω, ότι από την πολλή στενοχώρια, έπεσες σε μελαγχολία καί δημιούργησες προβλήματα, όχι μόνο για σένα αλλά καί για τα παιδιά σου πού, καθώς σε βλέπουν κάθε μέρα να κλαις απαρηγόρητα, πληγώθηκαν».
Την παρηγόρησε με πρακτικές οδηγίες για την αντιμετώπιση των προβλημάτων της καί της μετέδωσε την πίστη στο Θεό καί την ελπίδα της συνάντησης με το σύζυγο της στον ουρανό.( Ανθολόγιο Συμβουλών .Ι Ησυχ. Μεταμόρφωσις. τουΣωτήρος-Μήλεσι Αττικής)
H τιμωρία του Τούρκου
Μια νέα οσιακή μορφή από τα Φάρασα της Καππαδοκίας, γνωστή στην πατρίδα του με την προσωνυμία «Χατζεφέντης», είναι ο όσιος Αρσένιος ο Καππαδόκης (1840-1924).Οι Φαρασιώτες διηγούνται πολλά θαυμαστά γεγονότα, που σχετίζονται με τον όσιο.Κάποτε στα Φάρασα, τη μέρα της Αναστάσεως, μπήκε ένας Τούρκος λήσταρχος στην εκκλησία, την ώρα που τελούσε ο όσιος τη θεία λειτουργία. Μόλις είδε τον Τούρκο αρματωμένο και αδιάντροπο μέσα στο ναό, τον ειδοποίησε να φύγει αμέσως. Εκείνος όμως δεν έδωσε σημασία. Ο όσιος συνέχισε ατάραχος τη θεία λειτουργία.Όταν βγήκε για τη μεγάλη είσοδο, τον είδε ο Τούρκος να μην πατάει στη γη, αλλά να περπατάη στον αέρα. Βλέποντας αυτό το θαύμα, άρχισε να τρέμει. Έκανε να φύγει, μα δεν μπορούσε, γιατί ένιωθε δεμένος μ΄ένα αόρατο σχοινί.Ο όσιος, αφού μπήκε με τα Άγια στο ιερό, έκανε νόημα στο Τούρκο να φύγει. Πραγματικά, την ώρα εκείνη ο λήσταρχος ένιωσε λυμένος. Τρέμοντας ολόκληρος, βγήκε έξω κι έπεσε κάτω σαν νεκρός. Όταν τέλειωσε η λειτουργία, βγήκε ο λειτουργός από το ναό, πλησίασε τον Τούρκο, τον σήκωσε κι έτσι εκείνος μπόρεσε να στηριχθεί στα πόδια του. Ύστερα του έκανε αυστηρή παρατήρηση, του έδωσε πέντε γρόσια και τον άφησε να φύγει υγιή, αλλά κατατρομαγμένο.
Ανάσταση Σωμάτων
Η Δεύτερη Ανάσταση, αποκαλείται η στιγμή της Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου, κατά την οποία πάντες οι άνθρωποι θα λάβουν τα σώματά τους, ανακαινισμένα. Η λέξη ανα-σταίνομαι σημαίνει «ξανα - στέκωμαι». Κατά τον Απόστολο Παύλο, ς, το σώμα της αναστάσεώς, θα είναι άφθαρτο σαν το αναστημένο σώμα του Κυρίου Ιησού Χριστού και θα έχει διαφορετική λάμψη στον κάθε άνθρωπο, ανάλογα με το βαθμό στον οποίο κατάφερε ο άνθρωπος αυτός να αντανακλά το φως της ομοίωσης με τον Κύριο.Ο απόστολος Παύλος λέει επίσης ότι μαζί με τα σώματα της ανάστασης, θα μεταβεί στην αφθαρσία και ολόκληρη η κτίση, ακολουθώντας τους υιούς του Θεού.
Ο Άγιος Μακάριος στις Ομιλίες του αναφέρει ότι «Στην ανάσταση όλα τα μέλη του σώματος θ' αναστηθούν: ούτε μια τρίχα δεν θα χαθεί»[1]. Ο Αγ. Κύριλλος Ιεροσολύμων αναφέρει πως "«ίναι αυτό το ίδιο σώμα που θ' αναστηθεί, αν και όχι στην τωρινή του κατάσταση της αδυναμίας· γιατί θα ενδυθεί αφθαρσία»[2].« Δεν θα χρειάζεται πια τις τροφές που τρώμε τώρα για να το διατηρήσουμε ζωντανό, ούτε σκάλες για να το ανεβάσουμε· γιατί θα γίνει πνευματικό και θα είναι κάτι το θαυμάσιο, τέτοιο που δεν μπορούμε να το περιγράψουμε όπως πρέπει».
Το αναστημένο σώμα των δικαίων, θα είναι επιδεκτικό της φωτιστικής ενεργείας της Χάριτος του Θεού, ενώ των αδίκων της καυστικής, εξ ου και ο διαχωρισμός της απολαβής τους σε κόλαση και παράδεισο. Η ίδια άκτιστη Χάρις του Κυρίου, για τους μεν δικαίους θα βιώνεται ως φως, για τους δε ασεβείς ως πυρ. Η δε κατάσταση των αναστημένων σωμάτων, είναι αυτό που θα καθορίσει το βαθμό που θα βιώνει ο κάθε άνθρωπος τον Θεό, και τη μορφή που θα έχει αυτό το βίωμα.
Όταν εμείς πεθαίνουμε, το σώμα μας διαλύεται. Με την ανάσταση όμως, που είναι έργο της παντοδυναμίας του Θεού, θα γίνει ό,τι γίνεται με το σπόρο, που ρίχνεται στο χωράφι. Φυτρώνει, αφού πρώτα σαπίσει, διαλυθεί. Ο απ. Παύλος που τα λέει αυτά σημειώνει: «Τώρα ο Χριστός έχει αναστηθεί, κάνοντας την αρχή για την ανάσταση όλων των νεκρών» (Α' Κορ». 15,20). Γι’ αυτό ο Κύριος ονομάζεται «αρχή, πρωτότοκος εκ των νεκρών» (Κολ. 1,18· Πράξ. 26, 23). Αναστήθηκε πρώτος σαν να γεννήθηκε από τον τάφο. Αυτό είναι η ελπίδα μας. Πεθαίνοντας θα ξαναγεννηθούμε, για να ζήσουμε την καλύτερη και αθάνατη ζωή. Όταν ομολογούμε στο «Σύμβολο της Πίστεως» «Προσδοκώ ανάστασιν νεκρών. Και ζωήν του μέλλοντος αιώνος», σημαίνει πως περιμένουμε να αναστηθεί το σώμα μας, που μεταμορφωμένο, πνευματικό και άφθαρτο θα ενωθεί με την ψυχή μας, για να ζήσουμε αιώνια μαζί με το Χριστό.
Η κόρη του επισκόπου
Ο Άγιος Σπυρίδων (επίσκοπος Τρεμυθούντος- Κύπρου) είχε εξαιρετικά ενάρετη κόρη, που λεγόταν Ειρήνη. Κάποιος γνωστός τους εμπιστεύτηκε στην Ειρήνη ένα πολύτιμο κόσμημα. Εκείνη, για να το ασφαλίσει καλύτερα, το έκρυψε στη γη. Σε λίγο όμως καιρό εκοιμήθη τον αιώνιο ύπνο.
Μετά από αρκετό καιρό έρχεται εκείνος που της εμπιστεύθηκε το κόσμημα, και μη βρίσκοντας την κόρη, άρχισε να το ζητά από τον πατέρα. Ο Άγιος Σπυρίδων δεν ήξερε τίποτε για το κόσμημα. Λυπημένος όμως για τη ζημιά του ανθρώπου εκείνου, πήγε στον τάφο της και παρακάλεσε τον Θεό να επικοινωνήσει μαζί της πριν από τη μελλοντική κοινή ανάσταση.
Και πραγματικά, η ελπίδα του δεν ματαιώθηκε. Ζωντανή η κόρη παρουσιάσθηκε στον πατέρα της. Του φανέρωσε που βρισκόταν κρυμμένο το κόσμημα και πάλι εξαφανίσθηκε.
Ο Άγιος Σπυρίδων βρήκε το κόσμημα και το επέστρεψε στον κάτοχό του.
***
΄Οταν ο Μητροπολίτης Χίου Παντελεήμων Φωστίνης (+1962) ηταν ιεροκήρυκας Αττικής,πήγε κάποτε να λειτουργήσει στο φθισιατρείο της "Σωτηρίας".
Εκεί του έφεραν οι νοσοκόμοι μια μεγάλη πιατέλα με πολλά κουταλάκια.
-Τι τα φέρατε αυτά; τους ρώτησε.
-Μας είπαν οι γιατροί να κοινωνήσετε με αυτά τους ασθενείς,αρχίζοντας από τους πιό ελαφρά και προχωρώντας στούς πιό βαριά
-Δεν χρειάζονται αυτά,απάντησε με πίστη ο ιερέας. ΄Εχω την Αγία Λαβίδα.
Πραγματικά , στη Θεία Λειτουργία κοινώνησε κανονικά τους ασθενείς και ύστερα πλησίασε την Ωραία Πύλη για να καταλύσει. Το έκανε αυτό για να τον βλέπουν όλοι, και να μάθουν οι γιατροί ότι η Θεία Κοινωνία είναι φωτιά που καίει τα πάντα.
O πλανεμένος αναχωρητής
Κάποιος αναχωρητής, από αμάθεια πιο πολύ, δεν ήθελε να παραδεχθεί πως ο άγιος Άρτος που μεταλαμβάνουμε είναι το Σώμα του Κυρίου.
Οι γέροντες της Σκήτης, όταν το έμαθαν, τον κάλεσαν και τον κατήχησαν με την ορθή διδασκαλία της Εκκλησίας για τα άχραντα Μυστήρια. Εκείνος όμως επέμενε στην πλάνη του. Οι πατέρες τον άφησαν, αλλά προσευχήθηκαν να τον φωτίσει ο θεός, ώστε να καταλάβει την αλήθεια.
Μια Κυριακή ο αναχωρητής συμμετείχε στη θεία λειτουργία από το άγιο βήμα του ναού της Σκήτης. Τη στιγμή που ο ιερέας πήρε στα χέρια του το πρόσφορο για να προσκομίσει, ο πλανεμένος μοναχός είδε κατάπληκτος ένα βρέφος ξαπλωμένο πάνω στην αγία τράπεζα. Κι όταν άρχισε να διαμελίζει τον Άρτο, φάνηκε άγιος άγγελος πάνω από το θυσιαστήριο, κρατώντας στο χέρι του ένα μαχαίρι. Συγχρόνως με τον ιερέα διαμέλισε κι αυτός το θείο Βρέφος κι έχυσε το Αίμα Του στο άγιο ποτήριο.
Ο αναχωρητής ταράχθηκε. Μα ύστερ΄από λίγο, όταν πήγε να κοινωνήσει, συνέβη κάτι πιο φοβερό. Είδε μέσα στο άγιο ποτήριο ανθρώπινη σάρκα βαμμένη στο αίμα. Κλαίγοντας τότε ομολόγησε την πλάνη του και παρακάλεσε τον Κύριο να σκεπάσει με τη χάρη Του τα θεία Μυστήρια, για να τολμήσει να κοινωνήσει. Πραγματικά, μέσα στο άγιο ποτήριο είδε πάλι ψωμί και κρασί, από τα οποία μετέλαβε ευχαριστώντας το Θεό.
Ομολογία Κατάδικου σε Ιερέα:
Μαζί με έναν γιατρό για είκοσι επτά ολόκληρα χρόνια ασχο-λόμουν αποκλειστικά καί μόνο με τις εκτρώσεις. Στήν αρχή είχα φόβο Θεού, φοβόμουν καί τις αντιρρήσεις της συνειδήσεως μου. Πολλές φορές μίλησα γι' αυτό το θέμα με τη γυναίκα μου, λέγοντας της ότι θα ήταν πιό καλό να αφήσω αυτή τη δουλειά. Ή γυναίκα μου δεν ήθελε καν να ακούσει κάτι τέτοιο. Μόλις άρχιζα να της λέω κάτι, εκείνη αμέσως μου έλεγε για τα παιδιά, για την εκπαίδευση τους, για το σπίτι, ότι δεν είναι καλό αυτό το διαμέρισμα, ότι είναι μικρό, ότι πρέπει να έχουμε το δικό μας σπίτι καί να ανοίξουμε ένα μικρό μαγαζάκι καί πολλά άλλα. Είναι αυτονόητο ότι μετά από αυτές τις συζητήσεις δεν μπορούσα ούτε να σκεφτώ ν' αφήσω τη δουλειά μου... Μια φορά αρρώστησα βαρεία καί παρά λίγο θα πέθαινα από κοιλιακό τύφο. Τότε ξύπνησε ή συνείδηση μου και άρχισα με δάκρυα να παρακαλώ το Θεό να με θεραπεύσει. "Αν θα γίνω καλά, έλεγα, δεν θα ασχοληθώ πια μ' αυτό το επάγγελμα. Σέ τρεις μήνες σηκώθηκα από το κρεβάτι, έγινα καλά. Όμως ή γυναίκα μου και ό γιατρός με ανάγκασαν ν' αρχίσω πάλι την ίδια δουλειά. Μια μέρα κάναμε έκτρωση σε μία πλούσια γυναίκα καί βγάλαμε ένα έμβρυο έξι μηνών. Όταν ο γιατρός το πέταξε στη λεκάνη αισθάνθηκα ανατριχίλα στη θέα αυτή. Λυπήθηκα τόσο πολύ αυτό το παιδί. Τα μάτια μου γέμισαν δάκρυα... Δύο ώρες αργότερα πήγα σ' ένα σπίτι να επισκεφτώ μία άρρωστη γυναίκα. Από κει γύρισα σπίτι. Μόλις μπήκα μέσα ή
γυναίκα μου άρχισε να με μαλώνει. Δεν μπόρεσα να κρατηθώ, πήρα ένα μπουκάλι καί τη χτύπησα. Έτυχε να την χτυπήσω ακριβώς στον κρόταφο. Σε δέκα λεπτά ήταν νεκρή. [...] Με καταδίκασαν σε καταναγκαστική εργασία. [...] Ξέρετε, παππούλη, κάθε φορά στον ύπνο μου βλέπω το ίδιο όνειρο. Βλέπω ένα μεγάλο λάκκωμα πού μοιάζει λίμνη. Ό πυθμένας αυτού του λακκώματος ανεβαίνει καί αυτός ό πυθμένας είναι τα παιδιά, μόνο παιδιά. Κάποια από αυτά είναι μικρά έμβρυα, άλλα πιο μεγάλα καί άλλα ακόμα μεγαλύτερα. Μεταξύ τους είναι καί ή γυναίκα μου [...] καί όλοι τους με κοιτάζουν καί με απειλούν με τα χεράκια τους. "Αχ, τι τρομερό θέαμα! Και το όνειρο αυτό το βλέπω σε όλη τη διάρκεια της νύχτας. Χάθηκε ή ψυχή μου, χάθηκε!»
Ό κατάδικος άρχισα να κλαίει. Κατάφερα να τον πείσω να εξομολογηθεί καί να κοινωνήσει των Άχραντων Μυστηρίων καί του είπα να προσεύχεται όσο είναι δυνατόν πιο συχνά στο Θεό. Έξι μήνες μετά από αυτό το γεγονός ό κατάδικος αυτός πέθανε. Είμαι σίγουρος ότι ό Θεός δέχθηκε τη μετάνοια του.
Άπόσττασμα με ττερικοττές από το βιβλίο του Άρχιμανδρίτου Σττυρίδωνος «'Απ' όσα είδα καί έζησα» των εκδόσεων «Όρθόδοξος Κυψέλη»
Περιοδ.ΦΙΛΟΙ ΦΙΛΑΚΙΣΜΕΝΩΝ ΤΕΥΧ.60. 2005.
-