Ο ΗΡΑΚΛΗΣ , ό γνωστός ήρωας της αρχαιότητος, αναζητώντας τά χρυσά µηλα των έσπερίδων, βρέθηκε στήν Λιβύη. Γιά νά εκτελέσει όµως αυτόν τόν αθλο του, χρειάσθηκε νά µονοµαχήσει µέ τόν πανίσχυρο' Ανταίο. Ή πάλη αρχίζει καί ό αγώνας είναι σκληρός. Γιά πρώτη Φορά ό Ήρακλης συναντά τόσες δυσκολίες. Παλεύει χωρίς κανένα αποτέλεσµα. Ή µονοµαχία εξελίσσεται σέ ισοπαλία. Γιά µιά στιγµή ό Ήρακλης κατορθώνει νά σηκώσει τόν 'Ανταίο στόν αέρα µέ αποτέλεσµα νά διαπιστώσει ότι ό αντίπαλός του έχασε όλες του τίς δύνάµεις. Τό µυστικό της δυνάµεως του' Ανταίου ήταν ή επαφή του µέ τήν γη. Ένόσω ό Άνταίος πατούσε στήν γη ήταν ανίκητος. 'Όταν όµως έχασε τήν επαφή, έχασε καί τίς δυνάµεις του καί ό Ήρακλης βγήκε νικητής.
Κάθε χριστιανός έχει αντίπαλο το κακό . Σέ καθηµερινή µονοµαχία βρίσκεται µαζί του. Τό µυστικό της δυνάµεως του χριστιανου, είναι ή επαφή του µέ τόν ουρανό. 'Έως ότου διατηρεί τήν επικοινωνία του µέ τόν ουράνιο κόσµο, είναι δυνατός κι’ανίκητος. Άπό τήν ωρα όµως πού παύει η επαφή του με τον Θεό γίνεται ανίσχυρος.Μαχητής χωρίς προσευχή, πολεµιστής χωρίς µυστηριακή ζωή, χωρίς επαφή µέτην χάρη του Ι.Χριστού είναι πάντα ό πιό τραγικός ήττηµένος.
*** *** ***
ΟΤΑΝ σου κάνει κλοιό ό σατανάς καί σέ πιέζει, μήν μένεις ακίνητος, όπως μερικοί πού μελαγχολούν καί σκέφτονται έπί ώρες, σάν νά τούς απασχολούν πολύ σοβαρά προβλήματα, ένω δέν τούς συμβαίνει τίποτα απ' αυτά. Άπλως τούς έχει καθηλώσει ό σατανάς. Νά εχεις ετοιμότητα αντίδρασης, ν' αντιστέκεσαι, ν' αποκρούεις τήν πολιορκία του σατανά, όπως ένας άνθρωπος πού τόν πιάνουν κάποιοι κακοποιοί καί τόν καθηλώνουν καί τότε έκείνος κάνει μιά απότομη κίνηση καί τινάζοντας τά χέρια του, τούς πετά από δω κι από κεί, ξεφεύγει τό σφίξιμό τους καί στρέφεται πρός άλλη κατεύθυνση, πρός τό Χριστό, πού τόν ελευθερώνει. (π.Πορφύριος)
ΚΑΠΟΤΕ ένας οδοιπόρος έπεσε σ' έναν βαθύ, απότοµο καί τραχύ λάκκο. 'Ένας διαβάτης πού περνούσε, τόν είδε καί τόν λυπήθηκε. -Τί κρίµα, είπε. 'Ανοίγοντας τήν τσάντα του έβγαλε ένα µπουκάλι άρωµα. Τό πέταξε στό λάκκο λέγοντας -Πάρε το νά αρωµατίζεσαι. Αυτό καί τίποτε αλλο. 'Άλλος διαβάτης περνώντας τόν είδε καί τόν λυπήθηκε. Του έριξε ένα καρβέλι ψωµί. -Πάρε, είπε, αυτό τό ψωµί. Θά σου χρειασθεί όταν πεινάσης. Άκολούθησε καί τρίτος διαβάτης. Τόν είδε καί τόν λυπήθηκε. Τόν ρώτησε πως τό έπαθε καί όταν πληροφορήθηκε πώς από δική του απερισκεψία έπεσε, άρχισε νά τόν µαλώνει: -Άπρόσεκτε, δέν έβλεπες τήν χαράδρα; Μάτια δέν είχες;»
Κάτι παρόµοιο συνέβη καί µέ τον πεσμένο στην αμαρτία και τον θάνατο άνθρωπο.Εκτός του Ι.Χριστού κανένας δεν μπόρεσε να τον λυτρώσει. Όλοι οι άλλοι μεγάλοι φιλόσοφοι, μορφωμένοι , αλλά και ψευδομεσίες μόνο ωραία λόγια και υποσχέσεις χάρισαν.Μόνο όμως η αγάπη του Ι.Χριστού μας σώζει.
ΕΠΙΣΚΕΦΘΗΚΕ κάποτε τον π.Παϊσιο ένας 'Έλληνας μετανάστης στήν Γερμανία, ζηλωτής προτεστάντης. Ό Γέροντας τόν κέρασε κι αυτόν, όπως κι όλους τούς άλλους, 'Ο προτεστάντης, τότε, απευθύνθηκε στόν Γέροντα:
-Έσείς οί ορθόδοξοι κι ειδικά εδώ, στό 'Άγιον "Ορος προσκυνατε τήν Παναγία σάν νά ειναι Θεός, ξεχνώντας ότι ειναι μιά απλή γυναίκα. Έπίσης προσκυνάτε τίς εικόνες καί νομίζετε ότι μπορούν νά κάνουν θαύματα! Κι ακόμα χειρότερα συμπεριφέρεστε μέ τά λείψανα των αγίων σας χωρίς νά σιχαίνεστε, τά ασπάζεστε!
'Όλα αυτά δείχνουν ότι εσείς, οί ορθόδοξοι, βρίσκεστε σέ μεγάλη πλάνη!
Τότε ο γέροντας Παίσιος - ο οποίος εμιμείτο κατά πάντα τό παράδειγμα των αγίων πατέρων της Έκκλησίας μας, πού τίς μέν ύβρεις, συκοφαντίες καί τίς αμαρτωλές πράξεις, πού τούς καταμαρτυρούσαν οί άλλοι, τίς αποδεχόντουσαν χωρίς αντίδραση, στήν δέ αίρεση αντιστεκόντουσαν έως θανάτου - μέ επιτιμητικό ύφος απάντησε στόν αίρετικό προτεστάντη:
- Τί νά σου πω, καημένε, δέν φταίς εσύ γιά όλα αυτά τά αισχρά, πού λές, αλλά φταίει ή μάνα σου, πού σου έδωσε τέτοια ανατροφή!
'Ακούγοντας εκείνος τήν αναφορά του Γέροντα στήν μητέρα του, οργίστηκε κι απάντησε θυμωμένα:
-'Άκου καλόγερε, τήν μάνα μου νά μήν τήν πιάνεις στό στόμα σου, γιατί δέν εισαι αξιος νά τήν φτάσεις!
Ό Γέροντας, ατάραχος, σάν νά περίμενε ακριβως αυτό ν' ακούσει, του είπε:
-Είδες, εσύ παρεξηγήθηκες, επειδή έθιξα τήν μητέρα σου!
Ό Κύριός μας κι εμείς νά μήν παρεξηγηθούμε, όταν βρίζεις τήν δική μας τήν Μητέρα, τήν Παναγία μας, όπως προηγουμένως; Να σέ ρωτήσω όμως καί κάτι άλλο: 'Άν ή δική σου ή μητέρα σέ καλέσει νά της κάνεις κάποιο θέλημά της κι εσύ μπορείς να τήν ίκανοποιήσεις χωρίς κόπο, θά δεχτείς νά τό κάνεις ή όχι;
-Φυσικά καί θά δεχτώ νά τό κάνω! λέει ό προτεστάντης.
-'Έ, ακριβως τό ίδιο γίνεται καί µέ τήν Παναγία µας. Έµείς παρακαλούµε τήν Παναγία µας νά µεσιτεύσει στόν Υίόν Της καί Κύριό µας, γιά νά µας σώσει. Τό ίδιο κάνουµε καί µέ τούς αγίους, αφού καί σ' αυτούς δόθηκε ή παρρησία πρός τόν Θεό.
Άλλά, δέν µου λές καί κάτι ακόµη: Στό σπίτι σου έχεις φωτογραφίες από τούς γονείς σου, από τ' αδέλφια σου, από τήν γυναίκα σου, από τά παιδιά, από τούς φίλους σου;
-Βεβαίως κι εχω!
-'Έ, εµεις γιατί νά µήν έχουµε «φωτογραφίες» από τόν πατέρα µας, τόν Κύριό µας, τήν Μητέρα µας, τήν Παναγία καί τ' αδέλφια µας, τούς αγίους καί µάρτυρες; Γιατί νά µήν έχουµε τίς είκόνες τους, γιά νά τούς βλέπουµε, νά τούς θυµόµαστε καί νά τούς παρακαλούµε νά µας βοηθήσουν; Κι όσο πιό θερµά, βλέποντας τίς εικόνες των αγίων, τούς παρακαλούµε, τόσο περισσότερο έκεινοι µας βοηθούν. Κι επειδή ήταν γεµάτοι «µέχρι τό µεδούλι», από Θεία Χάρη, γι' αυτό ασπαζόµαστε τά άγια λείψανά τους, ώστε νά αποκτήσουµε κι έµεις λίγη Χάρη.
Μ' αυτό τόν πολύ ωραίο τρόπο καί µέ παρακλητικό ύφος του µίλησε ό Γέροντας. Ό προτεστάντης δέν µπόρεσε σέ τίποτα νά αντιλέξει κι εφυγε πολύ έντονα προβληµατισµένος. Κι ό Γέροντας, όπως εκανε γιά όλες τίς περιπτώσεις, πρόσθεσε ακόµα µιά ψυχή στό βραδινό του κοµποσχοίνι, ευχόµενος νά συνεργήσει ό Θεός, ώστε ό αδελφός αυτός νά βρει τόν αληθινό δρόµο της σωτηρίας.
« Εκείνοι που σκέπτονται λίγο μιλάνε πολύ.»
« Άνθρωπος άνευ φίλων είναι λουλούδι άνευ φύλλων.»
Γιατί οι άνθρωποι της Εκκλησίας δύσκολα μετανοούν;
Γιατί δεν μετανοούμε;
Παρά τα αμέτρητα βιβλία που διαβάζουμε, τα πάμπολλα κηρύγματα που ακούμε, τις άπειρες φορές που εξομολογούμαστε και κοινωνούμε ,γιατί δεν μετανοούμε;
Γιατί μερικοί κοσμικοί άνθρωποι αλλάζουν μέ ενα κήρυγμα ή μέ μια εξομολόγηση μόνο, πού τούς μεταβάλλει όλη τους τη ζωή ενώ οι άνθρωποι της εκκλησίας είμαστε οι πιό δύσκολοι σέ μετάνοια απ' όλους;
Οι άνθρωποι της Εκκλησίας αρνούνται νά. µετανοήσουν διότι σ' αύτή τήν περίπτωση θά έπρεπε ν' αρνηθούν τόν έαυτό τους καί ν' άρχίσουν νά οίκοδοµούν µία άλλη 'Εκκλησία. Θά χρειαζόταν νά µαζέψουν κόσµο άπό «τάς όδούς καί τάς ρύµας» οι όποίοι θά έκαναν τό σηµερινό εκκλησίασµα «κυρίων» να δυσφορήσει.Δηλαδή θα χρειαζόταν να πάρει ριζικές αποφάσεις.
.
Μέχρι τότε ό Θεός θά. διαλέξη τό δικό Του τρόπο γιά νά µας έξαναγκάσει σέ µετάνοια.
Μέχρι τότε θά πρέπει νά παραδεχθούµε κατα πρόσωπο ότι δέν έπιθυµούµε νά µετανοήσουµε. {π Βασίλειος Θερμός- Διάβαση (περιοδικό Ί. Μητροπόλεως Περιστερίου), τ. 18, 1999}
Οί Τούρκοι τά κόλλυβα τά έχουν στό ζωνάρι τους!
Έλεγε ο π.Παϊσιος:
-Πολλοί 'Έλληνες φοβούνται τούς Τούρκους, επειδή ο πληθυσμός τους ανέρχεται σέ πολλά εκατομμύρια. Αυτό, όμως, δέν έχει καμιά σημασία. Ή ουσία είναι ποιός έχει τό δίκιο μέ τό μέρος του, γιατί βρίσκει καί τόν Θεό βοηθό. Μέ τούς εχθρούς μας, όμως, συμβαίνει ό,τι καί μέ τούς λύκους:
'Ένας λύκος, όταν πλησιάζει σέ κάποιο κοπάδι μέ πρόβατα, έρχεται σιγά - σιγά, γιά νά μήν τόν πάρουν χαμπάρι. Κι ενώ είναι άγριος καί δυνατός, επειδή αίσθάνεται ένοχος, μέ τό πρώτο γάβγισμα κι ένός κουταβιού ακόμα σκιάζεται καί φεύγει μακριά. Ή συναίσθηση της ενοχής του τόν κάνει νά φοβάται ακόμα καί τό γάβγισμα του μικρού, αδύναμου κουταβιού. Τό ίδιο παθαίνουν κι οί Τούρκοι. Κι εκείνοι νιώθουν ένοχοι. 'Επειδή δεν είναι δικά τους τα μέρη, σκιάζονται· καί σ' ενα πόλεμο ο φόβος τό πεσμένο ηθικό καί ή ενοχή ειναι ο πιό μεγάλος εχθρός. Οί Τούρκοι δέν έχουν πολλές μέρες ακόμα.
- Οί Τουρκοι τά κόλλυβα (για το μνημόσυνό τους)τά έχουν στό ζωνάρι τους! (ΣΚΕΥΟΣ ΕΚΛΟΓΗΣ εκδ.Ιερομ.Χριστοδούλου Αγιορείτου)
* * *
Ό ΑΓΙΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ, λίγες ήµέρες µετά από τήν όλοκληρωτική αλλαγή καί τήν αληθινή του µετάνοια, συνάντησε στόν δρόµο µιά από τίς γνωστές του «φίλες». Μόλις τήν αντίκρυσε έκανε µιά απότοµη µεταβολή καί έτρεξε ν' αποµακρυνθεί. Έκείνη έτρεξε από πίσω του καί Φώναξε. «Αυγουστινε, σταµάτα, µή Φεύγεις. Έγώ είµαι η ... ». Κι εκεινος απάντησε στήν πρόσκλησί της: «Ναί, αλλά εγώ δέν είµαι εκεινος, πού γνώριζες εσύ πρίν από λίγες ήµέρες».
* * *
ΕΝΑ ΖΕΥΓΑΡΙ κάποτε από κοινού αποφάσισαν να παραχωρήσουν τό ύπόγειο γιά τήν διαµονή του ανεπιθύµητου παππού.
Κάθε τόσο ο µικρός ανεβοκατεβαίνει στό ύπόγειο καί κουβαλάει τό φαγητό του παππού. Μιά µέρα ή νύφη στέλνει µέ τό παιδί της µιά καινούργια κουβέρτα στόν εξόριστο παππού νά σκεπάση τό ξύλινο κρεββάτι µέ τό αχυρένιο στρώµα. Ό µικρός παίρνει ενα ψαλίδι καί κόβει στά δυό τήν κουβέρτα.
-Γιατί, παιδί µου, τό έκανες αυτό; διαµαρτυρήθηκε έντονα ή µητέρα.
-Μαµά, της λέγει ο µικρός, τό κρεββάτι του παππου είναι µικρό καί ή κουβέρτα µεγάλη καί θά περισσεύει.Έτσι θά κρατήσω και τό µισό κοµµάτι γιά σένα, όταν γεράσεις νά σκεπάζεσαι καί σύ όπως ο παππούς.
* * *
Ο ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ, ό εξαίρετος ρήτορας των Άθηνων, µιλούσε στούς Άθηναίους γιά σπουδαία θέµατα καί σοβαρά προβλήµατα. Οί ' Αθηναιοι όμως φαινόταν αδιάφοροι καί νυσταγμένοι. Ό Δηµοσθένης τό αντιλήφθηκε καί µέ µιά απότοµη διακοπή του λόγου του άρχισε νά τούς λέη ένα σύντοµο παραµυθάκι.
«Κάποτε, λέγει, δυό Άθηναίοι µάλωναν γιά τήν σκιά ενός γαϊδάρου. Ό ένας ήταν ό ιδιοκτήτης του καί ό αλλος ό µισθωτής του. Έκει πού περπατουσαν χρειάσθηκε νά εκµεταλλευθουν τήν σκιά του όνου, γιατί ό ηλιος έκαιγε. 'Ο ιδιοκτήτης ελεγε:
-Έγώ σου µίσθωσα τόν όνο, όχι όµως καί τήν σκιά του.
Ή Φιλονικία αναψε καί ο καυγάς έπαιρνε διαστάσεις.» Ό Δηµοσθένης έδω σταµάτησε απότοµα. Οί Αθηναιοι, πού είχαν αφυπνισθεί καί τό ενδιαφέρον τους γιά τή σκιά του όνου είχε φθάσει στό αποκορύφωµα, άρχισαν νά Φωνάζουν: -Καί µετά τί εγινε; ... Για την σκιά του γαϊδουριού ενδιαφέρεστε , γιατί όμως για τόσο σημαντικά θέματα δείχνετε αδιαφορία;
πού µας απασχολουν αδιαφορειτε: 'Όλη τήν ωρα νυστάζετε, χασµουριέσθε ν' ακουτε ...
Έλεγε ο π.Πορφύριος:
«"Αμα αγαπάς, καί στήν Ομόνοια νά ζείς δέν επηρεάζεσαι. ούτε αυτοκίνητα βλέπεις, ούτε κόσμο βλέπεις, ούτε τίποτα. Είσαι στραμμένος στόν εσωτερικό σου κόσμο, στό πρόσωπο πού αγαπάς. Τό ζείς, τό ευχαριστιέσαι, σ' εμπνέει. Σκεφτείτε αυτό τό πρόσωπο πού αγαπατε νά είναι ό Χριστός! Ό Χριστός στό νου σου, ό Χριστός στήν καρδιά σου, ο Χριστός σ' όλο σου τό είναι, ό Χριστός παντου». Καί συμπλήρωνε: «"Οταν βρείς το Χριστό, σου αρκεί, δέν θέλεις τίποτα άλλο, ήσυχάζεις. Γίνεσαι άλλος άθρωπος. Ζείς παντου, όπου ύπάρχει ό Χριστός. Ζείς στ' αστρα, στό άπειρο, στόν ουρανό μέ τούς αγγέλους, μέ τούς άγίους, στή γη μέ τούς ανθρώπους, μέ τά φυτά, μέ τά ζώα, μέ όλους, μέ όλα. 'Όπου ύπάρχει η αγάπη στό Χριστό, εξαφανίζεται η μοναξιά. Είσαι ειρηνικός, χαρούμενος, γεμάτος. Οϋτε μελαγχολία, ούτε αρρώστια,ούτε κατήφεια, ούτε κόλαση.
(Άρωμα Γέροντος Πορφυρίου. Εκδ.π.Διονυσίου Τάτση.)
Έσύ γιατί φαρµακώνεις τήν νεολαία µας;
ΠΗΓΕ µιά παρέα νά επισκεφτεί τόν Γέροντα Παϊσιο καί κάθισαν εξω, στό υπαίθριο άρχονταρίκι του. Ο Γέροντας πηγε στήν βρύση, γέµισε τά ποτήρια νερό, πηρε τό κουτί µέ τά λουκούµια κι αρχισε νά κερνά εναν - εναν τούς επισκέπτες. Φτάνοντας, όµως, µπροστά σ' έναν άπ' αυτούς, άντί νά του προσφέρει τό κέρασµα άπό τό κουτί, πηρε ένα λουκούµι µέ τό χέρι του, τό πέταξε κάτω κι άφου τό πάτησε µέ τό ύπόδηµά του καί τό γέµισε µέ χώµατα, τό σήκωσε καί τό πρόσφερε στόν επισκέπτη του. Σάστισε εκείνος καί παραξενεµένος ρώτησε τόν Γέροντα:
-Γέροντα, πως νά τό φάω αυτό, ετσι πού είναι βρώµικο;
Η απάντηση που έλαβε τον άφησε εμβρόντητο:
-Εσύ πως δίνεις στην νεολαία μας να βλέπει τα βρώμικά σου έργα και την καταστρέφεις;
(Ο άνθρωπος αυτός ήταν σεναριογράφος και έγραφε ταινίες ασέμνου περιεχομένου, με αποτέλεσμα να φαρμακώνει την νεολαία μας.)
* * *
Σοφία είναι να λές όσον το δυνατόν περισσότερα πράγματα με λιγότερα λόγια και Ανοησία να λες ελάχιστα πράγματα με πολλές κουβέντες!
ΔΕΝ ΕΙΧΕ κλείσει ένα χρόνο από τόν γάµο της ή 'Ερµίνα, όταν τήν έπισκέφθηκε η έπάρατη ασθένεια. Γιατρός η ίδια, αριστούχος καί µέ καριέρα, ήξερε πολύ καλά τί σηµαίνει καρκίνος.
Ό πόνος, µικρός στήν αρχή, διαρκώς µεγάλωνε, ώσπου τήν έριξε στό στρώµα.
Ή Έρµίνα ήταν πεντάρφανη. Μοναδικό της στήριγµα είχε τήν καλή της γιαγιά. Χάρη σ' αύτήν είχε πάρει τόν καλό δρόµο κι είχε γίνει χαρακτήρας σεµνός και σοβαρός .
- Γιαγιά µου, πόσο σέ κουράζω τώρα πού θά έπρεπε νά σέ βοηθώ!
- Μή στενοχωριέσαι, κορούλα µου. που ξέρεις; Ή Παναγιά µας κάνει καί θαύµατα. Πρωί καί βράδυ τήν παρακαλώ µέ δάκρυα νά σου χαρίσει τήν ύγεία. Παρακάλεσέ τη κι εσύ.
Στό νοσοκοµέιο που πήγε, ή κατάστασή της διαρκώς χειροτέρευε.
- Στό στάδιο πού βρίσκεται ή ασθένεια δέν παρέχει ελπίδες, Γνωµάτευαν οί γιατροί καί αποχωρούσαν σιωπηλοί από τό κρεβάτι τnς άρρωστης.
- Γιαγιά, παρακάλεσε µιά µέρα ή Έρµίνα, πήγαινε στόν Ιερέα του νοσοκοµείου νά κάνει µιά Παράκληση στήν Παναγία γιά µένα. 'Ύστερα θέλω νά έρθει νά µ' εξοµολογήσει γιά νά κοινωνήσω.
Ή γιαγιά εκπλήρωσε την επιθυµία της. Τnς έφερε µάλιστα καί µία εκφραστική είκόνα τnς Μεγαλόχαρης και της είπε:
- Γύριζε, κόρη µου, νά τή βλέπεις, νά τnς µιλάς καί νά παίρνεις κουράγιο. 'Ένα βράδυ ή γιαγιά περπατούσε στόν διάδροµο του νοσοκοµείου. Ξαφνικά, βλέπει µπροστά της µιά γλυκύτατη γυναικεία µορφή, ντυµένη µέ τήν κάτασπρη στολή προϊσταµένης νοσοκόµας.
Παραξενεύτηκε. Δέν ήταν απ' αύτές πού ήξερε.
- Σας βλέπω γιά πρώτη φορά, κυρία προϊσταµένη, παρατήρησε. Θά σας εχουµε τώρα εδω; Τιµή µας.
- 'Εγώ, απάντησε ή άγνωστη, είµαι ή Παναγία. 'Άκουσα τίς ίκεσίες σας καί ήρθα νά σας βοηθήσω. Αύριο λοιπόν τό πρωί ή Έρµίνα θά είναι καλά.
Αύτά είπε κι εγινε άφαντη.
Ή ήλικιωµένη γυναίκα έµεινε µαρµαρωµένη. 'Όλα µπροστά της στριφογύριζαν. Είδε κι έπαθε νά ίσορροπήσει 'Ύστερα τάχυνε τό βήµα της πρός τήν εγγονή της. Τή βρήκε κι εκείνη χαρούµενη.
- Έρµίνα µου, αύτό κι αύτό µου συνέβη.
- Ναί, γιαγιά, ήρθε καί σέ µένα ή Πανάχραντη. Μέ χάιδεψε στό κεφάλι καί µου εδωσε θάρρος. Δέν πονάω πιά. Αίσθάνοµαι ανάλαφρη.
Στήν πρωινή τους επίσκεψη οί γιατροί αντίκρυσαν ένα ανεξήγητο θέαµα: Ή άρρωστη καθόταν ντυµένη και υγιής σέ µία καρέκλα. Είχε πια θεραπευθεί.(Εμφανίσεις και θαύματα της Παναγίας.εκδ.Ι.Μ.Παρακλήτου)
-