Πηγή: Λογισμικό "Σήμερα"

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΟΥ ΝΑΟΥ

Η φωτογραφία μου
Δέν έχουμε γραφτή μαρτυρία ούτε κτιτορική επιγραφή μέ τό έτος Ίδρυσης του Ι.Ναού τής Παναγίας. Ό Λαμπρυνίδης (Ή Ναυπλία, ό.π.. ο. 129) υποθέτει ότι πρέπει νά είναι ό πρωτεύων ορθόδοξος ναός του Ναυπλίου (επειδή ό "Αγιος Γεώργιος άνηκε στους καθολικούς) έπί' Ενετοκρατίας. Ή Παναγία έχει σχήμα βασιλικής χωρίς τρούλο. Ό νάρθηκας της πρέπει νά έγινε μετά τήν Απε¬λευθέρωση, όπως καί τό τριώροφο καμπαναριό της στη ΝΔ του πλευρά. 'Από τόν Γερμανό περιηγητή Ρ,βίηποΙά Ιυόβηβυ, αναφέρεται τό 1588 - στην περιγραφή του γιά τό Ναύπλιο - μιά άλλη Παναγία έξω άπό τά τείχη τής πολιτείας πού τήν κατέχουν" Ελληνες μοναχοί. Καθώς καί άλλη έκκλησούλα αφιερωμένη κι αυτή στή Θεοτόκο, επειδή βρίσκεται κοντά σέ σπηλιά. στά δυτικά βράχια τοϋ Ρωμαίικου κάστρου (Ακροναυπλία). ' Η δεύτερη αυτή είναι ή αγαπημένη τών κατοίκων τοΰ Ναυπλίου, ή «Παναγίτσα»: πανέμορφο προσκυνητάρι τους στό «Γύρο τής "Αρβανιτιάς», τόν πιό ρομαντικό περίπατο τ" Άνα-πλιού. Καί ποτέ δέν μπερδεύουν τήν «Παναγίτσα» τοϋ βράχου μέ τήν «Παναγία» τής πόλης τ' Άναπλιοΰ, αφιερωμένη στή Γέννηση τής Θεοτόκου. "Ως σήμερα φροντισμένη μέ αγάπη ή Παναγία, αντιπροσωπεύει ένα άπό τά πιό ώραϊα ιστορικά καί εκκλησιαστικά μνημεία τής πολιτείας.

ΟΤΑΝ ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΠΝΕΥΜΑ

ΟΤΑΝ ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΠΝΕΥΜΑ , συνέχισε ό Άγιος Σεραφείμ , κατέρχεται στον άνθρωπο καί τόν περιβάλλει μέ τήν πληρότητα της ενέργειας του, τότε ή ψυχή του αν­θρώπου γεμίζει μέ μιά ανέκφραστη χαρά, γιατί τό 'Αγ. Πνεύμα κάνει τά πάντα ευφρόσυνα. Μά όσο κι αν είναι παρήγορη ή χαρά αυτή, πού τώρα νιώθεις στην καρδιά σου, δέν είναι τίποτε συγκριτικά μ' εκείνη, τήν οποία ετοίμασε ό Κύριος «τοίς άγαπώσιν αυτόν», Τώρα σ' εμάς δί­νεται ή πρόγευση αυτής της χαράς. Τί άλλο νιώθεις, τώρα που το Άγιο Πνεύμα γέμισε τη Ψυχή σου;
-Εξαιρετική θερμότητα, απάντησα.
-Μά πώς, αγαπητέ μου; Είμαστε καθισμένοι χει­μώνα καιρό στην αυλή του κελλιού μέσα στό δάσος, πατάμε στό χιόνι, από τόν ουρανό συνεχίζουν νά πέ­φτουν νιφάδες... Τί θερμότητα μπορεί νά αισθάνεσαι;

-Αισθάνομαι τέτοια θερμότητα, σάν κι εκείνη πού δημιουργείται μέσα σ' ένα ατμόλουτρο.
-Κοίταξε όμως! Τό χιόνι πάνω μας δέν έχει λειώσει, ενώ από τόν ουρανό εξακολουθεί νά πέφτει. Αυτό σημαίνει ότι ή θερμότητα δέν βρίσκεται στον αέρα, αλλά μέσα μας. Είναι εκείνη ή θερμότητα, μέ τήν οποία θερμαίνονταν οί ερημίτες καί αψηφούσαν τήν παγωνιά του χειμώνα. Ένιωθαν σάν νά ήταν ντυμένοι μέ ζεστές γούνες.
Τήν παραμονή της Πεντηκοστής,
ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ Ψυχοσάββατο, οί Φαρασιώτες στη Μ.Ασία , έκαναν κόλλυβα για τους κεκοιμημένους και μνημόνευαν τα ονόματα τους.
Τήν άλλη μέρα, τήν Κυριακή τής Πεντηκοστής, πήγαιναν όλοι στην εκκλησία κρατώντας στα χέρια καρυδόφυλλα, πάνω στα όποια γονατίζανε, όταν ό παπάς διάβαζε γονατιστός τις ευχές.«Σήμερο ίνούμεστε πρόβατα», λέγανε. Δηλαδή: «Σήμερα γινόμαστε πρόβατα». Αυτό το έλεγαν γιατί αυτή τή μέρα γονατίζουμε στην Εκκλησία και μοιά­ζουμε μέ πρόβατα. Μάς έλεγαν επίσης ότι τήν ώρα πού ό παπάς λέει το «ετι και ετι κλίναντες τα γόνα­τα» κι εμείς γονατίζουμε, περνάει ό "Αγγελος και όποιον βρίσκει να είναι αφοσιωμένος στην προσευχή, τον στεφανώνει. Έλεγαν οί μητέρες στα παιδιά: «"Οταν πέσετε στα γόνατα, σκύψετε τα κεφάλι σας και νά κάνετε τήν προσευχή σας, θα έρθουνε οί "Αγγελοι νά σάς στεφανώσουν. Προσέξτε μή στενοχωρήσετε τον "Αγγελο και γυρίσει πίσω μέ το στεφάνι στο χέρι». Εξηγούσαν ότι, αν δέν έχουμε το κεφάλι μας καλά σκυμμένο ή αν ό νους μας πάει αλ­λού, τότε ό "Αγγελος δέν μάς δίνει το στεφάνι και γυρνάει στον Θεό λυπημένος, γιατί εκείνος πού έπρε­πε νά στεφάνωση δέν φάνηκε άξιος γιά το στεφάνι
- Τά καρυδόφυλλα τί τά κάνατε; - Τά καρυδόφυλλα τά φέρναμε στο σπίτι και τά βάζαμε στά μάλλινα, γιά νά μήν τά φάη ό σκόρος.

Ή Δευτέρα του Αγίου Πνεύματος
ΑΠΟ ΤΗΝ ημέρα τής Αναστάσεως τού Χριστού και μέχρι τήν ήμερα τής έπιφοιτήσεως τού Αγίου Πνεύματος οί ψυχές των κεκοιμημένων έχουν ανά­παυλα. Γι' αυτό τήν ήμερα τού Αγίου Πνεύματος οί νοικοκυρές έφτιαχναν πίτες, τσουρεκάκια, γλυκά και διάφορα φαγητά, τά όποια πήγαιναν στην Εκκλησία και μετά τήν Απόλυση τά μοίραζαν στους συγχωρια­νούς, γιά νά πουν το «Ό Θεός νά σχωρέσει τις ψυχές των πεθαμένων σας». Μέ αυτόν τον τρόπο βοηθιό­νταν οί ψυχές των κεκοιμημένων. "Ερχονταν ακόμη και Τούρκοι, ταλαίπωροι και φτωχοί, και γέμιζαν τους τορβάδες τους μέ τρόφιμα.(ΤΑ ΦΑΡΑΣΑ ΤΗΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ εκδ.Ι.Μ.Σουρωτής –Θεσσαλονίκη)




ΟΙ ΜΑΝΕΣ πού έχουν καθυστερημένα παιδιά, πού κά­νουν συνέχεια σκηνές, πού λερώνουν, τί τραβάνε οι καημένες! Μαρτύριο! Γνώρισα μιά μάνα πού έχει κο­τζάμ παιδί καί δέν μπορεί νά το κουμαντάρει, γιατί κά­νει κάτι αταξίες!... Το καημένο παίρνει τις ακαθαρσίες καί πασαλείβει τά ντουβάρια, τά σεντόνια... Ή μάνα νά συμμαζεύει, νά καθαρίζει το σπίτι, νά κάνει όλο το νοικοκυριό, καί αυτό νά τά κάνει όλα άνω-κάτω, όλα νά τά λερώνει. Νά κρύβει ή φουκαριάρα τά απορρυπα­ντικά καί αυτό νά τά βρίσκει καί νά τά πίνει! Όλόκληρα ντουλάπια τά πετάει κάτω άπό το μπαλκόνι. Φύ­λαξε ό Θεός καί δέν σκότωσε κανέναν μέχρι τώρα. Καί δέν είναι μιά μέρα καί δυό. Χρόνια ολόκληρα είναι αυτή ή καάσταση!
-Μπορεί, Γέροντα, κάποιος πού είναι λειψός στο μυαλό νά έχει ταπείνωση καί καλωσύνη;
-Πώς δέν μπορεί! Νά, αυτό το παιδάκι πού έρχεται συχνά εδώ στό μοναστήρι μπορεί νά είναι διανοητικά καθυστερημένο, άλλα την καλωσύνη πού έχει αυτό, ποιος λογικός άνθρωπος την έχει; Τί προσευχή, τί με­τάνοιες κάνει! "Όταν με την κήλη δυσκολευόμουν να κάνω μετάνοιες, του είπαν οι γονείς του: «Ό Παπ­πούλης είναι άρρωστος· δεν μπορεί νά κάνει μετάνοιες». «Κάνω 'γώ», είπε εκείνο, και έκανε μετά μετάνοιες γιά μένα και γινόταν μούσκεμα στον ιδρώτα. Πόσο φιλό­τιμο, πόση αρχοντιά έχει! Μιά φορά το έδειρε ένα παιδί στην γειτονιά, κι εκείνο, αφού έφαγε το ξύλο, του έδωσε το χέρι και του είπε: «Γεια, χαρά!». "Ακούς; Ποιος γνω­στικός το κάνει αυτό, κι ας έχει διαβάσει Ευαγγέλιο και ένα σωρό πνευματικά βιβλία. Νά, και πριν από λίγες μέρες πού είχε έρθει εδώ όλη ή οικογένεια του νά με δει, αυτό κάθησε δίπλα μου και ή αδελφούλα του πιο πέρα. Μόλις είδε την αδελφούλα του πού κάθησε μακριά μου, «έλα, κοντά», της λέει και την έβαλε δίπλα μου. Πολύ μέ συγκίνησε και του έδωσα ευλογία έναν μεγάλο φιλντισένιο σταυρό πού μου είχαν φέρει από τά "Ιεροσόλυμα. Μόλις τον πήρε στά χέρια του, «για­γιά», είπε και έδειξε πώς θά τον βάλει στον τάφο της γιαγιάς του! Φοβερό! Τίποτε δέν θέλει γιά τον εαυτό του· όλα γιά τους άλλους! Αυτό θά πάει μέ τά τσαρού­χια στον Παράδεισο, άλλα θά βάλει και τους γονείς του στον Παράδεισο. Μακάρι νά ήμουν και εγώ στην θέση του, και άς μήν καταλάβαινα και άς μη μιλούσα. Ένώ ό Θεός μου έδωσε όλα τά αγαθά, εγώ τά αχρήστευσα. Στην άλλη ζωή θά κρύβωνται μπροστά του ακόμη καί θεολόγοι. Μου λέει ό λο­γισμός ότι οι θεολόγοι "Αγιοι στον Ουρανό δέν θά είναι σέ καλύτερη θέση ώς προς τήν γνώση του Θεού άπό αυτά τά παιδάκια. "Ισως σ' αυτά νά δώση ό δίκαιος Θεός καί κάτι παραπάνω, γιατί εδώ έζησαν στερημένα.

ΠΡΕΠΕΙ νά απλοποιήσουμε τη ζωή μας. Ή πο­λυτέλεια κουράζει. Είναι μερικοί πού συνέχεια θέλουν νά αλλάζουν έπιπλα κ.λ.π. Τρέχουν μετά νά βγάλουν περισσότερα χρήματα καί έτσι γεμίζουν άγχος.
ΣΗΜΕΡΑ τόν ζαλίζουν τόν άνθρωπο. Τά χτυπάνε τά καημένα τά παιδιά από δώ καί Από κει μέ διάφορες θεωρίες, τά πιάνει μετά φόβος, άγχος καί ξεσπάνε στά ναρκωτικά καί στή διασκέδαση. Άλλα αυτή ή κοσμική διασκέδαση προσθέτει άγχος.Βλέπετε από αυτή τή ζωή κανείς γεύεται σέ κά­ποιο βαθμό τήν κόλαση ή τόν παράδεισο, αν ζει σύμ­φωνα μέ τό θέλημα του θεού, μέ τήν Εκκλησία.
* * *
ΠΑΛΙΑ, τά παιδιά μέ τά όμορφα ποιηματάκια τά μάθαιναν ν' αγαπάν τήν πατρίδα: Ή όμορφη πατρίδα μου ξαπλώνει στό δροσερό γαλάζιο μέ τ' αργυρά τά κύματα... νά δείς πώς τόλεγε. "Ετσι γέμιζε τό παιδί.Σήμερα δέν τους δίνουν τέτοια, τ' αφήνουν άδεια τά παιδιά. Καί στό σπίτι οι γονείς, ό ένας άπό δώ κοιτά, ό άλλος άπό κει, που νά βρεθεί αγάπη γιά τό παιδί. Μέ­νουν άδεια τά παιδιά καί υποφέρουν. Νά ένα καημένο πού’χει κάνει δέν ξέρω καί 'γώ πόσες απόπειρες αυτο­κτονίας, όταν έρχεται πέφτει στά πόδια μου, τώρα τε­λείωσε, πήρε πτυχίο καί είναι φαντάρος, μεγάλος είναι, μου γράφει γράμματα. «Μπαμπακούλη μου γλυκέ...» γράφει. Τί νά σου κάνει τό παιδί;Πρώτα νά φροντίζει κανείς νά γεμίζει τά παιδιά και μετά τ' άλλα, τά γράμματα.(Ο π.Παϊσιος μου είπε… εκδ.Αθ.Ρακοβαλής)
* * *
ΜΙΑ ΜΑΝΑ , Γέροντα, πού το παιδί της πέθανε πρίν από εννέα χρόνια, σας παρακαλεί να κάνετε προσευχή νά το δει έστω στον ύπνο της, για νά παρηγορηθεί. - Πόσων χρονών ήταν το παιδί; ήταν μικρό; Είναι ση­μαντικό αυτό. "Αμα το παιδί ήταν μικρό και ή μητέρα είναι σε κατάσταση πού, άν της παρουσιασθεί, δεν θα αναστατωθεί, θά παρουσιασθεί. Αιτία είναι ή μητέρα πού δεν παρουσιάζεται το παιδί.
- Μπορεί, Γέροντα, αντί νά παρουσιασθεί το παιδί στην μητέρα πού το ζητάει, νά παρουσιασθεί σε κά­ποιον άλλον;
- Πώς δεν μπορεί! Κανονίζει ανάλογα ό Θεός. "Οταν ακούω γιά τον θάνατο κάποιου νέου, λυπάμαι, άλλα λυπάμαι ανθρωπίνως. Γιατί, άν εξετάσουμε τά πράγμα­τα πιο βαθιά, θά δούμε ότι, όσο μεγαλώνει κανείς, καί πε­ρισσότερο αγώνα πρέπει νά κάνει, άλλα καί περισσότε­ρες αμαρτίες προσθέτει. Ιδίως όταν είναι κοσμικός, όσο περνούν τά χρόνια, αντί νά βελτίωση την πνευματική του κατάσταση, την χειροτερεύει με τις μέριμνες, με τις αδι­κίες κ.λπ. Γι' αυτό είναι πιο κερδισμένος, όταν τον παίρνει ό Θεός νέο.
* * *
ΕΝΑ ΠΛΑΤΥ φύλλο μιας βελανιδιάς γέμισε τον λόγγο μέ τά παράπονα του: Θέλω τήν ελευθερία μου. Δέν μπορώ νά ζώ σκλαβωμένο πάνω στό δένδρο. Τό κοτσάνι μέ κρατάει στην φυλακή μου. Κι όμως έγώ θέλω τήν ελευθερία μου. Αγωνίσθηκε σκληρά. Ζήτησε καί τήν βοήθεια του δυνατού άνεμου, ώσπου σέ μιά στιγμή έσπασαν τά δεσμά. Τό φύλλο τό άρπαξε ό άνε­μος, τό πέταξε ψηλά, τό έρριξε κάτω. Τό σήκωσε ξανά καί τό ξανάρριξε κάτω. Άλλ' ό άνεμος πέρασε καί έφυγε και τό πλατύφυλλο μέ τό βαρύ κοτσάνι του δέν μπόρεσε νά ξαναπετάξη. Κόλλησε στην λάσπη της ελευθερίας του, σάπισε καί κάπως αργά έγινε λίπασμα στή γή.
Τό καϋμένο τό πλατύφυλλο! Σάν κι αυτό μοιάζει ή ζωή πολλών πού αναζητούν με λάθος τρόπο τήν ελευθερία τους. Κι όταν ό άνεμος φυσά δυνατά καί τά ανεμίζει ψηλά καί τά βυθίζει χαμηλά καί τά λασπώνει συχνά, τότε νοιώθουν δεμένοι μέ τήν λάσπη καί τό χώμα.




ΛΕΓΕΤΑΙ ότι ό Μέγας Αλέξανδρος ζήτησε, όταν πεθάνει, νά τόν τοποθετήσουν στον τάφο, αφήνοντας άπ' έξω τό δεξί του χέρι. Σέ όσους θά τό βλέπουν και θά έχουν τήν περιέργεια νά ρωτούν, γιατί τό χέρι τό αφή­σανε άπ' έξω, νά τούς απαντούν: Ό Αλέξανδρος μέ τόσα πλούτη, μέ τόση δόξα, μέ τόση δύναμη, τίποτε δέν μπόρεσε νά πάρη μαζί του. "Εφυγε μέ γυμνά χέρια.
Ό "Ελληνας αυτός βασιλιάς, φιλοσοφώντας στην ζωή του, μίλησε λέγοντας λόγια Θεού. Γυμνός έρχεται στον κόσμο ό άνθρωπος καί γυμνός φεύγει άπό τόν κόσμο αυτόν. Κανένας τίποτε δέν μπορεί νά πάρει μαζί του από τά υπάρχοντα του. «Ού παραμένει ό πλούτος, ού συνοδεύει ή δόξα. Έπελθών γάρ ό θάνατος ταύτα πάντα έξηφάνισται». Αυτά ψάλλει ή Εκκλησία μας. Πλεονέκτες καί θησαυριστές των υλικών αγαθών, τίποτε δέν θά πάρετε μαζί σας. Σέ όλους μας ανήκουν μόνον δύο μέτρα γης καί τίποτε περισσότερο. Όσο όμως είμαστε ακόμη στην ζωή, ας σκορπούμε, έστω τά πλεονάσματα, σέ κείνους πού τά στερούνται. "Ετσι θά νοιώσουμε διπλή χαρά καί εδώ στην γη καί επάνω στους ουρανούς.

ΤΟ ΣΠΟΥΔΑΙΟΤΕΡΟ όπλο με τό όποιο μπήκε ό Θη­σέας στό λαβύρινθο γιά νά σκοτώσει τόν Μινώταυ­ρο, δεν ήταν -λέει ό μύθος- τό ξίφος καί ή ασπίδα άλλα ένα. μικρό κουβάρι κλωστής. Ό μίτος τής Αριάδνης. Ξετυλίγοντας τον θά μπορούσε νά ξανα­βρεί μέσα από τόν δαίδαλο του λαβύρινθου τό δρόμο τής επιστροφής Γιά νά βγεις νικητής στή ζωή -ήθελε νά πει ό μύθος- δεν φτάνει νά έχεις όπλα χρειάζεται νά δια­θέτεις καί χειραγωγό. Τόν «μίτον» τής Πίστεως.

Ο ΤΑΜΕΡΛΑΝΟΣ , κάποτε, κυνηγημένος από τους εχθρούς του καί βαθειά απογοητευμένος, κατέφυγε γιά τήν ασφάλεια του σ' ένα έρημο σπίτι. Έκεί πού γεμάτος αγωνία περίμενε στίς δύσκολες ώρες της ζωής του τό τέλος του, πνιγμένος στίς σκέψεις της απογνώσεώς του, παρατήρησε ένα μικρό μυρμήγκι πού προσπαθούσε ν' ανεβάσει στην σχισμή ενός τοίχου έναν κόκκο σιτα­ριού, πολύ μεγαλύτερο από τις δικές του διαστάσεις. Μέτρησε τίς προσπάθειες του: Εξήντα εννέα φορές απέτυχε και τήν εβδομηκοστή τό πέτυχε. Καί τότε ό Ταμερλάνος αναφώνησε: Δέν φοβάμαι τίποτε. Θά προσπαθήσω καί θά νικήσω. Τό μυρμήγκι μου είπε πολλά. .(Όταν θέλεις να ξεκουράζεσαι εκδ.ΛΥΔΙΑ)

ΕΙΠΕ ο Αββάς Αντώνιος :

« "Ερχεται καιρός όπου οι άνθρωποι θα παραλογίζωνται. Και αν δουν κά­ποιον να μη παραλογίζεται, θα ξεσηκωθούν εναντίον του, λέγοντας : " Συ είσαι παράλογος ". Και αυτό θα συμβή, γιατί δεν θα είναι όμοιός τους ». Ρώτησε δε κάποιος αδελφός, τον αββά Ιωάννη λέγοντας :
« Ποιο είναι τό έργο τής ψυχής όπου τώρα τό έχουμε σαν πάρεργο ; Και ποιο είναι τό πάρεργο όπου τώρα τό έχουμε έ'ργο ; ». Και λέγει ό γέρων : « "Ολα οσα γίνονται για τήν εντολή τού Θεού, είναι έργο τής ψυχής. Ένώ ο,τι κάνουμε για λογαριασμό δικό μας και συνάζουμε, αυτό πρέπει να τό θεωρούμε πάρεργο ». Και τού λέγει ό αδελφός : « Ξεκα­θάρισε μου αυτό τό θέμα ». Και αποκρίνεται ό γέρων : « Νά, ακούς για μένα ό'τι είμαι άρρωστος. Όφείλεις να με επισκεφθείς. Λές όμως μέσα σου : Μπορώ νά αφήσω τή δουλειά μου και νά πάω τώρα ; Πρώτα θα τήν τελειώσω και ύστερα πηγαίνω. Σού τυχαίνει και άλλη περίπτωση καί, αυτή τή φορά, δεν πηγαίνεις καθόλου. Πάλι άλλος αδελφός σού λέγει : Δός μου έ'να χέρι, αδελφέ. Και λές : Μπορώ νά αφήσω τή δουλειά μου και νά πάω νά δουλέψω μαζί του ; Άν λοιπόν δεν πάς, παρατάς τήν εντολή του Θεού, όπου είναι τό έργο τής ψυχής. Και κάνεις τό πάρερ­γο, όπου είναι τό έργο των χεριών ».
* * *
ΕΝΑΣ χριστιανός βασανιζόταν συχνά από διάφο­ρες , μελλοντικές υποθέσεις. Ανησυχία του, τό τι θά γίνει αύριο, τι θά γίνει μεθαύριο, τι μας περιμένει τήν επομένη εβδομάδα. Όλη αυτή ή φροντίδα έπνιγε τήν ψυχή του, πράγμα πού τόν έκανε πολύ δυστυχή. Μιά νύχτα, ό άνθρωπος αυτός είδε ένα όνειρο. Περπατούσε σ' ένα μακρινό δρόμο φορτωμένος μέ ένα σακκί στην πλάτη. Τό φορτίο του ήταν βαρύ και κάπου στάθηκε νά ξαποστάσει. Μά όταν θέλησε νά σηκωθεί γιά νά συνεχίσει τό ταξίδι του, αντιλήφθηκε πώς ήταν αδύνατο νά σηκώσει τό σακκίδιό του. "Ανοιξε τότε νά δει τι έχει μέσα. Και τί βλέπει! Μικρά - μικρά δέματα. Τό ένα έγραφε άπ' έξω: «αυτό γιά αύριο». "Ενα άλλο έγραφε: «αυτό γιά μεθαύριο». Τό τρίτο έγραφε: «αυτό γιά σήμερα». Αυτό ήταν ανάλαφρο. Τό σήκωσε μέ χαρά καί συνεχίζοντας τό ταξίδι του ξύπνησε.
Τό όνειρο αυτό εκφράζει μιά τραγική πραγματι­κότητα. Ή μέριμνα γιά τό αύριο, γιά τό μεθαύριο, γιά τό μετά από μιά εβδομάδα, γιά τό μετά από ένα μήνα και ένα χρόνο, γεμίζει τις ψυχές μας μέ άγχος καί ανησυ­χίες, πού μας αφαιρούν τήν γαλήνη καί μας κάνουν τό βάρος της ζωής δυσβάστακτο. Γιά νά μας άπαλλάξει ό Κύριος μας άπ' αυτές τίς εναγώνιες στιγμές είπε εκείνα τά αθάνατα λόγια. «Μή ούν μεριμνήσητε εις τήν αυριον ή γάρ αύριον μεριμνήσει τα εαυτής· άρκετόν τη ήμερα ή κακία αυτής». (Ματ. 6,34).

«Ποίος είναι ελεύθερος; Ο σκλάβος του Θεού! Όλες οι άλλες ελευθερίες είναι σκλαβώσεις»

ΣΟΦΕΣ ΚΟΥΒΕΝΤΕΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ